Τετάρτη 1 Αυγούστου 2018

Πατήρ Κοσμάς ο Αιτωλός : Η κορυφαία μορφή του Ελληνορθόδοξου Ιερομόναχου και Ιερομάρτυρα

Ξεπετάχθηκε μέσα από τα σπλάγχνα του ελληνικού λαού, την κατάλληλη στιγμή, με γονιμοποιημένη τη σκέψη από το ασκητικό ιδεώδες της Ορθοδοξίας (μέχρι και ο Αλή Πασάς τον προσκύνησε) και είναι γνωστός στο ευρύ κοινό για τις διδαχές και τις προφητείες του, αλλά και την έχθρα του προς τη…  βλάχικη «γλώσσα»!
Γράφει ο Γιώργος Π. Μπαμπάνης
Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός (1714 - 24 Αυγούστου 1779), γνωστός και ως Πατροκοσμάς, ήταν Ελληνορθόδοξος μοναχός. Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Κώνστας, ενώ το επώνυμό του παραμένει άγνωστο.  Ανακηρύχθηκε άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και εορτάζεται στις 24 Αυγούστου.


Γεννήθηκε στην Αιτωλία και, όπως αναφέρει ο ίδιος αόριστα,  "Η πατρίδα μου είναι Ελλάδα από το Απόκουρον". Κατά τον βιογράφο και σύγχρονό τoυ Νικόδημο Αγιορείτη γεννήθηκε στο χωριό Μέγα Δένδρο Απόκουρου κοντά στο Θέρμο, ενώ κάποιοι μελετητές θεωρούν πιθανό το γειτονικό Ταξιάρχη, από γονείς που κατάγονταν, από την Ήπειρο (Αυτή η σύνδεση οδήγησε μερικούς ιστορικούς στο συμπέρασμα ότι  ο Κοσμάς ο Αιτωλός ήταν … Βλάχος, ενώ ήταν ένας από τους πιο σκληρούς πολέμιους του βλάχικου ιδιώματος. Συγκεκριμένα, σε μια σχετική συζήτηση, ο παππούς μου Δημήτρης Στεργίου μού επεσήμανε ότι ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ο οποίος είναι ένας από τους αγίους που λατρεύεται με θέρμη από τους Ελληνόβλαχους της Ακαρνανίας, είχε, ορθώς, ως βασικό μέλημα να παρακινεί με θέρμη τους υπόδουλους ορθοδόξους χριστιανούς να ιδρύσουν σχολεία που θα διδάσκουν την πίστη που έχει για γλώσσα της την ελληνική, αλλά, παραδόξως, «κατέκρινε όσους μιλούσαν βλάχικα και αρβανίτικα και σύσταινε παντού την ελληνική γλώσσα, σαν γλώσσα επίσημη της Εκκλησίας και των ιδιωτικών σχέσεων». Πρόκειται για μιαν υπερβολική ευαισθησία, η οποία πήγαζε από το πάθος του  για την ελληνοποίηση των δίγλωσσων ομοεθνών, οι οποίοι ήταν Έλληνες και απλώς μιλούσαν ένα γλωσσικό ιδίωμα
«Να σπουδάζετε τα παιδία σας να μαθαίνουν ελληνικά, διότι και η Εκκλησία μας είναι στην ελληνικήν και το Γένος μας είναι ελληνικόν», παρότρυνε ο άγιος. «Και αν δεν σπουδάσης ελληνικά, αδελφέ μου, δεν ημπορείς να καταλάβεις εκείνα που ομολογεί η Εκκλησία μας», συνέχιζε να λέει. «Καλλίτερα να έχεις ελληνικόν σχολείον εις την χώραν σου παρά να έχης βρύσες και ποτάμια». Ορθώς, αλλά, η βλάχικη δεν είναι γλώσσα, είναι ένα ιδίωμα που δεν γράφτηκε και διδάχθηκε ποτέ. Φαίνεται ότι ο άγιος, όταν προέβαλλε  την αναγκαιότητα της γνώσης της ελληνικής γλώσσας κυρίως στους δίγλωσσους Ρωμιούς, δεν σκεφτόταν ότι η νέα ελληνική γλώσσα είναι συνέχειας της αρχαίας, όπως μάλιστα τη διδάχθηκε όταν ήρθε σε επαφή κατά τη διάρκεια των σπουδών του στον Άθω με την αρχαία ελληνική γλώσσα και φιλοσοφία, την οποία προσπαθούσε στην Εσπερία να ανασυστήσει ο Κοραής και άλλοι διδάσκαλοι του Γένους.
Ο Κοσμάς θεωρούσε ως εθνική γλώσσα την καθομιλουμένη, αυτή ακριβώς την οποία χρησιμοποιούσε ο λαός στην καθημερινότητά του, ενώ  όλα τα εκκλησιαστικά βιβλία ήταν και είναι στην αρχαϊζουσα!
Πάντως, όπως τόνισε ο παππούς μου, παρόλα αυτά, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός πρέπει να θεωρηθεί ως  ένας δάσκαλος του γένους, ο οποίος είχε πολύ ξεκάθαρη αντίληψη της πραγματικότητας της εποχής του και το έργο του και οι διδαχές του συνέβαλαν στην απόκτηση μιας στοιχειώδους εθνικής συνειδήσεως, τέτοιας ώστε η συμβολή του για την προετοιμασία της ελληνικής επαναστάσεως που θα ακολουθούσε να αποβεί αδιαμφισβήτητα σημαντικότατη.

Ο πιθανός χρόνος γέννησής του είναι το 1714, διότι ο Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει πως πέθανε σε ηλικία 65 ετών. Οι Παπακυριακού και Κώνστας την τοποθετούν στα 1700-1707 . Πιστεύεται από χριστιανούς ότι διέθετε προφητικές και θαυματουργικές ικανότητες.



Μαθήτευσε στα διδασκαλεία της Παρνασσίδας και της Ναυπακτίας πλάι σε ονομαστούς ιεροδιδασκάλους: τα στοιχειώδη γράμματα τα έμαθε από τον ιεροδιάκονο Γεράσιμο Λύτσικα, ενώ γύρω στα είκοσι, τα γραμματικά, δηλαδή την εγκύκλιο παιδεία, έλαβε από τον ιεροδιάκονο Ανανία, ενώ δίδασκε συγχρόνως και ως υποδιδάσκαλος. Το 1749 πήγε στην Αθωνιάδα Σχολή του Αγίου Όρους (χερσόνησος του Άθω), όπου έκανε σπουδές ανωτέρου επιπέδου στη θεολογία και τη φιλοσοφία. Εκεί υπήρξε μοναχός για δύο περίπου χρόνια στη μονή Φιλοθέου του Αγίου Όρους. Στα 1759 εγκατέλειψε το μοναστήρι και με εντολή του Πατριάρχη Σεραφείμ ξεκίνησε τις περιοδείες του στη Δυτική και Βόρεια Ελλάδα και την Ήπειρο προκειμένου να αντιμετωπίσει τον αυξανόμενο τότε εξισλαμισμό των Χριστιανών. Παρακινούσε με θέρμη τους Ορθοδόξους Χριστιανούς να ιδρύσουν σχολεία που θα διδάσκουν την ορθοδοξία. Το σχολείο αντιμετωπίζεται από τον Κοσμά ως απαραίτητη προϋπόθεση για την προώθηση της ορθοδοξίας και η εκπαίδευση ως ένα εργαλείο κατήχησης στην ορθοδοξία. Απ’ όπου περνούσε πλήθος πιστών «ραγιάδων» τον άκουγε με πολλή προσοχή. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που είπε κάποτε στην ομιλία του σ’ ένα χωριό:
« Ήρθα στο χωριό σας να σας κηρύξω τον λόγο του Θεού. Δίκαιο, λοιπόν, είναι να με πληρώσετε για τον κόπο μου. Όχι, όμως, με χρήματα, γιατί τι να τα κάνω; Η πληρωμή μου είναι να βάλετε τα λόγια του Θεού στην καρδιά σας για να κερδίσετε την αιώνια ζωή».

Ο φλογερός ιερωμένος προέτρεπε να ιδρύουν σχολεία και εκκλησίες, γιατί θεωρούσε το σχολείο θεμέλιο για τη θρησκευτική και ηθική αναγέννηση των Ελλήνων. «Καλύτερον, αδελφέ μου, να έχης ελληνικόν σχολείον εις την χώρα σου, παρά να έχης βρύσες και ποτάμια» έλεγε.

Εκτός από τη σημασία της ελληνικής γλώσσας αναφέρεται συχνά και στο "ποθούμενο" που ήταν η απελευθέρωση του γένους. Η αποδοχή του κηρύγματός του συνδέεται με την αναβίωση των χιλιαστικών δοξασιών στα μέσα του 18ου αιώνα.  Ένα από τα χαρακτηριστικά του είναι η απόλυτη αφιλοχρηματία. Έλεγε επί λέξει: «Δεν έχω άλλο ράσο από αυτό που φορώ».
Αναφέρεται ότι μέσα σε 16 χρόνια ίδρυσε περίπου 200 σχολεία. Στις Διδαχές του παρότρυνε τους γονείς να σπουδάζουν τα παιδιά τους Ελληνικά, τα οποία είναι η «γλώσσα της Εκκλησίας».
«Να σπουδάζετε και εσείς, αδελφοί μου, να μανθάνετε γράμματα όσον ημπορείτε. Και αν δεν εμάθετε οι πατέρες, να σπουδάζετε τα παιδιά σας, να μανθάνουν τα ελληνικά, διότι και η Εκκλησία μας είνε εις την ελληνικήν. Και αν δεν σπουδάσεις τα ελληνικά, αδελφέ μου, δεν ημπορείς να καταλάβης εκείνα οπού ομολογεί η Εκκλησία μας».
Σύμφωνα με τον ιστορικό Πασχάλη Κιτρομηλίδη, η δράση του Κοσμά αποτελεί "ιδιοσυγκρατική έκφραση της ρωσικής προπαγάνδας"· Ο Κοσμάς σχετιζόταν με τον Ευγένιο Βούλγαρη και την Αθωνιάδα Σχολή, ενώ ο Πατριάρχης Σεραφείμ συνδεόταν με την πολιτική της Ρωσίας στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Μετά την Ελληνική επανάσταση του 1770 στην Πελοπόννησο, κατά την περίοδο των Ορλωφικών, οι Τούρκοι τον υποπτεύονταν ως πράκτορα των Ρώσων. Κατά άλλους ερευνητές στην καταδίκη του Κοσμά συνέβαλαν κάποιοι Εβραίοι της Ηπείρου, διότι με το κήρυγμά του κατόρθωσε να μεταφερθεί η διενέργεια του παζαριού από την Κυριακή στο Σάββατο, γεγονός που έφερε οικονομικές ζημίες στους Εβραίους . Τελικά συνελήφθη και εκτελέστηκε στις 24 Αυγούστου, ημέρα Σάββατο του 1779 στο χωριό Κολικόντασι κοντά στην πόλη του Βερατίου στη σημερινή Αλβανία.Ο Άγιος συχνά αναφερόταν στα κηρύγματά του αρνητικά για τους Εβραίους, πάντως σε κήρυγμά του είχε πει ρητά: «Όσοι αδικήσατε χριστιανούς ή Εβραίους ή Τούρκους, να δώσετε το άδικον οπίσω». Εναντίον του υπήρξαν επίσης οι Ενετοί, οι κοτσαμπάσηδες, οι πλούσιοι και άλλοι ισχυροί οι οποίοι θεωρούσαν ότι θίγονται. Αντίθετα, ο Κοσμάς είχε τη λαϊκή στήριξη από Χριστιανούς και ακόμα και από Τούρκους. Δεν υπήρξε καμία επίσημη κατηγορία εναντίον του ούτε δικάστηκε πριν τον θάνατό του. Για την καχυποψία των Ενετών απέναντί του σώζονται μέχρι σήμερα αναφορές κατασκόπου τους για το πρόσωπό του στα ενετικά αρχεία.
Αργότερα, υπό την επίδραση εθνικιστικού μύθου, ο Κοσμάς θεωρήθηκε πρόωρος εκφραστής των εθνικών ιδεωδών. Παρόμοια άποψη εκφράζουν και οι εκπρόσωποι της αλβανικής εθνικιστικής διανόησης , οι οποίοι τον θεωρούν είτε ως πράκτορα του σουλτάνου είτε ως σπορέα της ελληνικής εθνικής ιδεολογίας στο αλβανικό έδαφος. Το μένος των Αλβανών εθνικιστών εναντίον του ιερομάρτυρα Πατροκοσμά εκδηλώθηκε και στην επέτειο των 300 χρόνων από τη γέννησή του και στον εορτασμό της μνήμης του στο χώρο, όπου μαρτύρησε, το 2014 στο Κολικόντασι. Είναι γεγονός ότι ο Πατροκοσμάς είχε μια ηπιότερη στάση έναντι των μουσουλμάνων σε σύγκριση με τους εβραίους ή τους καθολικούς, ίσως λόγω του ότι οι πρώτοι αποδέχονταν τη δυνατότητα της μετάνοιας. Αυτή του η πεποίθηση επιβεβαιώθηκε με έναν δραματικό τρόπο, καθώς ο Αλή Πασάς, είτε για λόγους ευγνωμοσύνης είτε σε ένδειξη μετάνοιας, ζήτησε να γίνει η ανακομιδή των λειψάνων του αγίου και να χτιστεί ναός στο όνομά του, ο οποίος ολοκληρώθηκε το 1814.
Ανακηρύχθηκε επίσημα άγιος από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως στις 20 Απριλίου 1961 και η μνήμη του τιμάται στις 24 Αυγούστου. Επίσης, εκτός από την Ελλάδα τιμάται αρκετές φορές και από την Ρωσία, την Σερβία, την Βουλγαρία, την Αρμενία, τις ΗΠΑ, την Κύπρο, την Ουκρανία, την Ρουμανία, το Μαυροβούνιο και την ΠΓΔΜ.

Διδαχές και προφητείες

Καθώς το κήρυγμά του Κοσμά του Αιτωλού διασώθηκε μέσω της προφορικής παράδοσης, η ακρίβεια του είναι σχεδόν αδύνατο να βεβαιωθεί. Στον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό αποδίδεται μια σειρά κειμένων, σημαντικότερες των οποίων είναι οι "Διδαχές" και οι "Προφητείες", που πιστεύεται ότι βασίζονται σε κηρύγματα του ίδιου του Αγίου που καταγράφηκαν αμέσως ή σύντομα μετά την απαγγελία τους. Σύμφωνα με τη πλειοψηφία των ερευνητών] αποτελούν άμεσες καταγραφές των ομιλιών του, με πιθανότερο σενάριο κατά τον Ιω. Μενούνο, να αποτελούν υπαγορευμένες ομιλίες σε μαθητές του. Σε ό,τι αφορά τη χρονολόγηση των κειμένων, αυτές διαχωρίζονται σε δυο κατηγορίες με βάση το χρόνο εκφώνησης και τον χρόνο καταγραφής ή αντιγραφής. Σύμφωνα με τα διασωθέντα πρωτότυπα τα οποία μας παρέχουν πληροφορίες σχετικά με το χρόνο, αυτές εκφωνήθηκαν από το 1772 ως το 1779, ενώ η καταγραφή τους ξεκινά από το 1780 και φτάνει μέχρι το 1830. Η κάθε διδαχή του δεν φαίνεται να αποτελεί το περιεχόμενο μιας ομιλίας του, αλλά σύνθεση επί μέρους ομιλιών, που έκανε σε διάφορους  τόπους: έτσι εξηγείται η ανωμαλία ως προς τη διαδοχή των θεμάτων που συζητούνται, αλλά και η συχνή επανάληψη των ίδιων διηγήσεων και ιδεών. Οι Διδαχές και οι Προφητείες έτυχαν επανειλημμένων αντιγραφών και εκδόσεων και αποτέλεσαν δημοφιλή λαϊκά θρησκευτικά αναγνώσματα. Σε ορισμένα από τα κείμενα αυτά, που έχουν τύχει ερμηνειών και παρερμηνειών, αναπτύσσονται σύγχρονοι προβληματισμοί, όπως η έννοια της Ελληνικότητας, του "Γένους" κτλ. Τα μόνα σωζόμενα ιδιόχειρα γραπτά του Αγ. Κοσμά είναι μερικές επιστολές.

Από τις πολλές προφητείες του, που διασώζονται, άλλες αναφέρονται στην απελευθέρωση του Γένους, άλλες στο μέλλον προσώπων και πόλεων, άλλες στο μέλλον της ανθρωπότητας και άλλες στις καταπληκτικές εφευρέσεις της επιστήμης. Αναφέρουμε τις πιο γνωστές:

-«Το ποθούμενον θα γίνη στην τρίτη γενεά. Θα το ιδούν τα εγγόνια σας». Πράγματι, η γενιά του 1821 υπήρξε η τρίτη από την εποχή του Κοσμά.
-«Πότε θα ‘ρθή το ποθούμενον;» ρώτησαν τον Κοσμά στα Τσαραπλανά της Ηπείρου. «Όταν θα σμίξουν αυτά» απάντησε εκείνος, δείχνοντας δύο μικρά δέντρα. Αυτά, τελικά, μεγάλωσαν κι ενώθηκαν το 1912, χρονιά των Βαλκανικών Πολέμων.
-Θα έλθη καιρός που θα διευθύνουν τον κόσμον τα άλαλα και τα μπάλαλα», εννοώντας τα άψυχα μηχανήματα των διαφόρων εφευρέσεων».
-«Θα ‘ρθή καιρός που οι άνθρωποι θα μιλούν από ένα μακρυνό μέρος σε άλλο, σαν νά ‘ναι σε πλαγινά δωμάτια».
-«Θα δήτε να πετάνε άνθρωποι στον ουρανό σαν μαυροπούλια και να ρίχνουν φωτιά στον κόσμο».
Όταν ο Αλή Πασάς γονάτισε και προσκύνησε την κάρα του Αγίου Κοσμά - Αλή Πασά

Η συνάντηση των δύο ανδρών μαρτυρείται στο Τεπελένι. Εκεί, όταν κάποιοι κινήθηκαν απειλητικά εναντίον του Αγίου διαλύοντας τη σύναξή του, εκείνος κατέφυγε στο αρχοντικό της Χάμκως, μητέρας του Αλή, η οποία τον προστάτεψε. Την ώρα του βραδινού φαγητού ο διορατικός επισκέπτης είπε στο νεαρό Τουρκαλβανό: «Θα γίνης μεγάλος άνθρωπος· θα κυριεύσης όλη την Αρβανιτιά· θα υποτάξης την Πρέβεζα, την Πάργα, το Σούλι, το Δέλβινο, το Γαρδίκι και αυτό το τάχτι του Κουρτ Πασά. Θα αφήσης μεγάλο όνομα εις την Οικουμένην».

Και πρόσθεσε: «Αυτή είναι η θέλησις της Θείας Προνοίας. Ενθυμήσου όμως σε όλη τη διάρκεια της εξουσίας σου να αγαπάς τους Χριστιανούς, αν θέλης να μείνη η εξουσία εις τους διαδόχους σου». Την άλλη μέρα το πρωί ο παρορμητικός νεαρός ρώτησε τον άγιο, αν θα πάει στην Κωνσταντινούπολη. Τότε ο προορατικός ιερομόναχος απάντησε: «Και στην Πόλιν θα πας, μα με κόκκινα γένεια!».

Ο Αλής δεν πρόλαβε να διευκρινίσει, τι σήμαινε η τελευταία φράση. Όμως, εντυπωσιασμένος στην πορεία της ζωής του από την επαλήθευση των προρρήσεων αλλά και την ανάμνηση της εμπνευσμένης διδαχής του αγίου, τον τίμησε υπερβαλλόντως. Όταν κατέλαβε το Μπεράτι, έδωσε εντολή στον Μητροπολίτη Βελεγράδων Ιωάσαφ να κάνει ανακομιδή του λειψάνου του Αγίου και να κτισθεί ναός και μοναστήρι στο όνομά του. Με επιστολές και φιρμάνια προέτρεψε τους προεστούς και τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής να προσφέρουν για την αποπεράτωση του μοναστηριού, το οποίο ενίσχυσε οικονομικά και ο ίδιος.

Στη συνέχεια ο Αλή Πασάς εγκαινίασε την εκκλησία και όρισε τριήμερη εμπορική πανήγυρη στο Κολικόντασι στις 23, 24 και 25 Αυγούστου. Παράλληλα οργάνωσε μεγαλοπρεπή λιτανεία της κάρας και των λειψάνων του στα Γιάννενα με τη συμμετοχή του χριστιανικού κλήρου και του λαού, αλλά και πολλών Τούρκων. ΄Ηδη από το 1815 καθιερώθηκε η εορτή του αγίου «δια βεζυρικής διαταγής». ΄
Ελεγε χαρακτηριστικά: «Τούτο το καλόγερο, ωρέ, ήταν αληθινό προφήτη. Ήρθε σπίτι μου, στο Τεπελένι, και με ευκήθηκε, ωρέ, και μου είπε όλα όσα έκαμα, σαν να τα είχε γραμμένα στο κιτάπι!».

Όταν κάποιος φανατικός μουσουλμάνος ειρωνεύτηκε τον Αλή Πασά, διότι τιμούσε τον άγιο Κοσμά, εκείνος απάντησε: «Φέρετέ μου ένα μουσουλμάνο, σαν κι αυτόν τον χριστιανό και να του φιλήσω τα πόδια».

Από το βιβλίο του Κ. Σ. Κώνστα, "Ο 'Αγιος Κοσμάς ο Αιτωλός" , εκδ. Γ΄,  Αθήνα 1990, εκδ. Αποστολική Διακονία, σελ. 158-162, παραθέτουμε το παρακάτω κείμενο:

"Μερικά χρόνια αργότερον, όταν ο Αλή πασάς εσχεδίαζε την εναντίον του Σουλτάνου ανταρσίαν του, εκάλεσε το πνεύμα και πάλιν του Αγίου Κοσμά εις βοήθειάν του. Διέταξε και έφεραν από το Κιλικόντασι του Μπερατιού την κάρα του «πρωτομάρτυρος Κοσμά του Αποστόλου τούτου και προδρόμου του δευτέρου μάρτυρος της Ελληνικής Παλιγγενεσίας Ρήγα του Φεραίου», την οποίαν αυτός «περιέβαλε αργύρω και επεχρύσωσε και περιεκόσμησεν, επιθείς και αδάμαντας», και ωργάνωσε μίαν απιθάνως μεγαλοπρεπή λιτανείαν καθ' όλην την προς Ιωάννινα διαδρομήν της, της οποίας το τελευταίον μέρος παραστατικώτατα και καταλεπτώς περιγράφει ο Γάλλος βιογράφος του 1822 του Αλή, ο Ζερώμ ντε λα Λανς. Γράφει ο αυτόπτης εκείνου του περιστατικού Γάλλος:
«Συναντήσαμε στο δρόμο το λείψανο του Αγίου Κοσμά κι ακολουθήσαμε κι εμείς μαζί με το άλλο πλήθος προς το Σεράι. Στην αγορά οι καταστηματάρχες έβγαιναν στις πόρτες των μαγαζιών τους κι έκαναν τον σταυρό τους ευλαβικά. 'Απειρο πλήθος ήταν στοιβαγμένο από εδώ κι από εκεί κατά τη διάβαση της πομπής. Ένα απόσπασμα από καβαλάρηδες σωματοφύλακες του Αλή ακολουθούσε τους Ρωμιούς καλογέρους. Οι ψαλμωδίες των μοναχών ενώνονται με την προσευχή του πλήθους, που μεγαλόφωνα πρόφεραν τις λέξεις ‘Κύριε Ελέησον'».
«Το νεκροταφείο που ήταν απέναντι από το Σεράι, μαύριζε από τον κόσμο, που είχε μαζευτή στο πέρασμα της λιτανείας. Η πομπή τέλος μπήκε στην κεντρική αυλή, γιομάτη κι αυτή από πλήθος. Οι Έλληνες καλόγεροι πέρασαν μέσα από διπλούς στίχους σωματοφύλακες του Αλή, παρατεταγμένους από δω και από κει. Φορούσαν τις επίσημες στολές τους, κόκκινες και χρυσοκέντητες, και στα σελάχια τους λαμποκοπούσαν τα καθάρια τους άρματα».


«Ξαφνικά, στο ύψος της μεγάλης σκάλας, που έφερνε στο εσωτερικό του παλατιού, παρατήρησα ένα θέμα περίεργο και ανεκδιήγητο. Εκατόν πενήντα χριστιανόπουλα από εκείνα που ζούσαν στο Σεράι, ασπροντυμένα και ολοκάθαρα, χύθηκαν στον πυλώνα του παλατιού, κρατώντας στα χέρι τους ασημένια θυμιατά! Χανούμισσες με τους διάφανους λευκούς φερετζέδες βγήκαν πίσω από τα παιδιά. Ανέβαιναν περίπου σε τριακόσιες και στριμώχτηκαν όλες στο βάθος του πυλώνα, από δω κι από κει της μεγάλης πύλης της εισόδου. Από μακριά μου έκαναν την εντύπωση ομιλών από άσπρα φαντάσματα. Έξαφνα είδα τον Αλή να προχωρή, έχοντας στο πλευρό του μιαν ωραία, ξεσκέπαστη γυναίκα. Ήταν η κυρά-Βασιλική, ολόμαυρα ντυμένη, που βημάτιζε σεμνά πλάι στον τύραννο, με δακρυσμένα τα μεγάλα μάτια της και κοιτάζοντας χάμω ντροπαλά. Κι ενώ οι καλόγηροι, που σήκωναν το λείψανο, ανέβαιναν σιγά-σιγά την πέτρινη σκάλα, όλο εκείνο το πλήθος γονάτισε.

Πρώτος έδωσε το παράδειγμα ο Αλής.

«Στον πυλώνα, μέσα στην αυλή, τα παιδόπουλα του Σεραϊού, οι σωματοφύλακες και ο άλλος λαός, στο νεκροταφείου, απέναντι, έξω στο δρόμο χιλιάδες άνθρωποι προσκυνούσαν τον 'Αγιο γονατιστοί. Η φωνή του παπά ακούστηκε τότε διακριτική κι ηχηρή: ‘Από λιμού, λοιμού και πολέμου σώσον ημάς, Κύριε!' Ο Αλής κι η Βασιλική σηκώθηκαν τότε κι ασπάστηκαν με ευλάβεια τη γυάλινη θυρίδα της ασημένιας κάσσας. Τα παιδόπουλα κουνούσαν τα θυμιατήρια τους, που γιόμιζαν την ατμόσφαιρα μ' άσπρα σύννεφα καπνού.
«Έπειτα όλοι χάθηκαν στο βάθος του Σεραϊού κι ο λαός διαλύθηκε!» (1)
Η τελετή της λιτανεύσεως της κάρας του Αγίου είτε έτσι είχε γίνει, είτε μεγαλοποιημένη παρεστάθη από τον αυτόπτην αποθησαυριστήν της, φανερώνει κοντά εις τα πολλά δείγματα, και την απεριόριστον πίστιν του Αλή εις τον Αιτωλόν 'Αγιον

Δραματικό ήταν το τέλος του Αλή. Όταν το 1822 επαναστάτησε εναντίον του Σουλτάνου, εκείνος διέταξε τον αποκεφαλισμό του. Το αιμόφυρτο κεφάλι του μεταφέρθηκε στην Πόλη και επιβεβαιώθηκε έτσι η προφητεία του Πατροκοσμά, «ότι θα πάει στην Πόλη με κόκκινα γένια».


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου