Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018

Δεν υπάρχουν Καραγκούνηδες στην Ακαρνανία


Ένα ακόμα ηχηρό ράπισμα σε μιαν προκλητική πλάνη με  επιστημονικά, γλωσσικά και λαογραφικά ντοκουμέντα και ένα μακροσκελή πίνακα με ελληνοβλάχικες λέξεις και αντίστοιχες καραγκούνικες





Του Γιώργου Π. Μπαμπάνη
Μία περιήγηση πρόσφατα στο Διαδίκτυο μού επεφύλαξε μιαν ευχάριστη διαπίστωση. Εντόπισα έναν πίνακα, όπου  οι μαθητές  της Ε’ Τάξης του 6/θέσιου Δημοτικού Σχολείου Ταξιαρχών Τρικάλων κατέγραψαν μερικές χαρακτηριστικές λέξεις από το πλούσιο λεξιλόγιο που χρησιμοποιούσαν  και συνεχίζουν να χρησιμοποιούν ακόμα και σήμερα  οι Καραγκούνηδες της Θεσσαλίας. Αμέσως έσπευσα στη βιβλιοθήκη μου και πήρα το μνημειώδες βιβλίο του Ελληνόβλαχου φιλόλογου  Κων. Νικολαϊδη υπό τον τίτλο «Ετυμολογικόν Λεξικόν της Κουτσοβλαχικής Γλώσσης» (κυκλοφόρησε το 1907), το παλαιότερο βιβλίο  του παππού μου δημοσιογράφου και συγγραφέα Δημήτρη Στεργίου  υπό τον τίτλο  «4.500 μυκηναϊκές, ομηρικές, βυζαντινές και νεοελληνικές λέξεις στο βλάχικο λόγο» που κυκλοφόρησε το 2007 από τις Εκδόσεις  Δ. Παπαδήμα και το πρόσφατο  βιβλίο υπό τον τίτλο «Πάνω από 800 αρχαιοελληνικές λέξεις στον ελληνοβλάχικο λόγο, που κυκλοφόρησε ηλεκτρονικά και σε χαρτί το 2012 από τις Εκδόσεις Stergiou Limited στο Λονδίνο και είχε μεγάλη επιτυχία στο εξωτερικό και στην Ελλάδα. Με βάση τα βιβλία αυτά μετασχημάτισα τον παρατιθέμενο  πίνακα των μαθητών του Δημοτικού Σχολείου Ταξιαρχών Τρικάλων, σε συνέχεια των προηγούμενων σχετικών αναρτήσεων υπό τους τίτλους «Στην Ακαρνανία κάτοικοι έξι χωριών μιλάνε … ομηρικά!» και «Αυτά τα … «καραγκούνικα» μιλούσαν και μιλάνε οι γονείς μας και οι … παππούδες μας;»


Πριν παραθέσω τις διαπιστώσεις που προκύπτουν από μια πρώτη ανάγνωση του παρατιθέμενου πίνακα, επιτρέψτε μου να αναφέρω μερικά στοιχεία για τον ελληνοβλάχικο και καραγκούνικο λόγο.
Πρώτον, πολλές (δεκάδες) ελληνοβλάχικες  λέξεις δεν αποτελούν δάνεια ή επιδράσεις από την αρχαία ελληνική ή τη λατινική, αλλά είναι συνέχεια της μυκηναϊκής, ομηρικής και βυζαντινής γλώσσας. Η επισήμανση αυτή ενισχύεται από την εκπληκτική διαπίστωση ότι στον ελληνοβλάχικο λόγο υπάρχουν πολλές (δεκάδες, όπως ήδη αναφέρθηκε) ομηρικές λέξεις που δεν υπάρχουν στη … νεοελληνική, αλλά που χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά στην αρχαία Ελλάδα από τους προγόνους των σημερινών Ελλήνων - Ριμένων! Δηλαδή, οι πρόγονοί μας είναι αυτόχθονες  Έλληνες.
Δεύτερον, η διαπίστωση αυτή μαζί, με εκείνη που αφορά την κυριαρχία χιλιάδων νεοελληνικών ριζών στο βλάχικο λόγο, καταδεικνύουν ότι οι Ελληνόβλαχοι, ως αυτόχθονες,  κατοικούν συνεχώς στον ελλαδικό χώρο από τα βάθη των αιώνων. Απλώς, όπως καταδεικνύεται από τις ρίζες που καταγράφονται στα βιβλία του παππού μου, οι Έλληνες αυτοί, καθώς δεν χρησιμοποιούσαν γραπτή διάλεκτο, συνεχώς εμπλούτιζαν τον αρχικό αρχαιοελληνικό λόγο τους με λέξεις,  που επιβάλλονταν από τη συνεχή και βαθμιαία εξέλιξη της ελληνικής  γλώσσας και, φυσικά, την  αναγκαία χρήση  της δημώδους λατινικής μετά την επικράτηση των Ρωμαίων.
Τρίτον, οι σημερινές εξελίξεις στην ελληνική αλλά και άλλες γλώσσες εξ αιτίας της παγκοσμιότητας και της επιβολής της αγγλικής και άλλων γλωσσών ως αναγκαίων για τη συνεννόηση, την προώθηση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και την επαγγελματική και επιστημονική καταξίωση, επιβεβαιώνουν τη διαπίστωση ότι ο βασικός αρχικός κορμός της ελληνοβλάχικης διαλέκτου ήταν αρχέγονος, ήταν αρχαιοελληνικός, και ότι με την πάροδο των ετών και των αιώνων εμπλουτίσθηκε με δάνεια στοιχεία από γλώσσες (κυρίως τη δημώδη λατινική) και διαλέκτους που ήταν απαραίτητες για  τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω.
Τέταρτον, σε μια γλώσσα, όπως η ελληνοβλάχικη,  που δεν γράφτηκε ποτέ, είναι κυρίαρχη η μεταβολή γραμμάτων, θεμάτων και καταλήξεων πολλών λέξεων, όπως συμβαίνει άλλωστε και σήμερα σε περιοχές της χώρας μας, όπου κατοικούσαν και κατοικούν αγράμματοι. Από τη μελέτη πολλών  λεξικών προκύπτει ότι  η  παραφθορά των λέξεων στην αρχή και στις καταλήξεις είναι συνήθης. Για το λόγο αυτό ίσως παρατηρήσουν μερικοί φίλοι μερικές «επαναλήψεις» λέξεων, οι οποίες γράφονται αλλιώς στη μία περίπτωση και αλλιώς στην άλλη, με αποτέλεσμα ο υπολογιστής να τις εντάσσει στην «οικεία» θέση τους!


Πέμπτον, η κυριαρχία χιλιάδων μυκηναϊκών, ομηρικών, βυζαντινών και νεοελληνικών ριζών στο βλάχικο λόγο καταδεικνύει ότι η μόνη σχέση που υπάρχει μεταξύ της ελληνοβλάχικης λαλιάς  και  εκείνης των άλλων αλλογενών Βλάχων, δηλαδή  μη Ελλήνων,  κυρίως στη Βαλκανική,  είναι η χρήση λέξεων της δημώδους λατινικής. Γιατί, όπως επισημαίνει ο παππούς μου,  δεν υπάρχουν σε καμιά από τις άλλες βλάχικες λέξεις μη Ελλήνων κατοίκων άλλων χωρών της Βαλκανικής  οι μυκηναϊκές, οι ομηρικές, οι βυζαντινές και οι νεοελληνικές λέξεις που καταγράφονται στο βιβλίο αυτό! Αυτό σημαίνει  ότι, με εξαίρεση  λέξεις της δημώδους λατινικής,   ο  ελληνοβλάχικος  ή ο ριμένικος λόγος δεν έχει καμιά άλλη σχέση με τις άλλες βλάχικες  προφορικές λαλιές.
Έκτον, αυτό το ευρύτατο αρχαιοελληνικό υπόβαθρο του ελληνοβλάχικου λόγου με το ολοένα αυξανόμενο και διευρυνόμενο λεξιλόγιό του αποτελεί μιαν ακόμα ηχηρότατη απάντηση σε όλους  εκείνους που τάχα ανησυχούν ότι θα χαθεί η προφορική ριμένικη λαλιά.  Καταδεικνύεται, λοιπόν, όταν αυτός ο ελληνοβλάχικος λόγος επέζησε στο διάβα των αιώνων και παραδόθηκε σε μας ακόμα πιο πλούσιος και καθαρός,  παρά τις κατακτήσεις, τις αλλότριες επιδρομές, τον κυρίαρχο αναλφαβητισμό και την έλλειψη παιδείας και τεχνολογίας, αντιλαμβάνεται κανείς ότι θα συνεχισθεί με μεγαλύτερη ορμή ως λαμπρό πολιτιστικό στοιχείο.
Το καραγκούνικο γλωσσικό ιδίωμα
Η γλώσσα των αρχαίων Θεσσαλών ανήκε στην αιολική διάλεκτο. Την αιολική ομιλούσαν οι κάτοικοι της ανατολικής Θεσσαλίας, ενώ στη δυτική είχαν προστεθεί διάφοροι τύποι της δωρικής διαλέκτου. Έτσι έχουμε διαφορετικά γλωσσικά ιδιώματα. Όπως επισημαίνουν πολλοί διαπρεπείς Καραγκούνηδες συγγραφείς, οι κάτοικοι των πεδινών περιοχών των Τρικάλων και της Καρδίτσας, ως καραγκούνηδες,  μιλούσαν ένα γλωσσικό ιδίωμα που ανήκει στις βόρειες νεοελληνικές διαλέκτους και χαρακτηριζόταν από ποικιλία ιδιωματικών στοιχείων. Με το γλωσσικό ιδίωμα των Καραγκούνηδων έχουν ασχοληθεί αρκετοί συγγραφείς, όπως, για παράδειγμα, ο γ ιατρός Δημήτριος Π. Χαντζιάρας, από το Φανάρι, που ασχολήθηκε για πολλά χρόνια με τη συγκέντρωση του γλωσσικού πλούτου των Καραγκούνηδων, ο  τέως Λυκειάρχης Ζήσης Τζιαμούρτας, από το Μάρκο Καρδίτσας, που ερεύνησε όλες τις πτυχές του βίου τους και κατέγραψε πολλά γλωσσικά και λαογραφικά στοιχεία και βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών γι’  αυτό, και ο καθηγητής και για πολλά χρόνια υπεύθυνος της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης Νίκος Μπαζιάνας, ένας άνθρωπος που ζυμώθηκε με τους Καραγκούνηδες, κυρίως των Σοφάδων και του Παλαμά, με τεράστια πείρα και κοινωνική προσφορά, που κατέγραψε πάρα πολλές σκηνές από την κοινωνική ζωή των Καραγκούνηδων. Είναι γνωστός σε όλα τα χωριά από τις μαγνητοσκοπήσεις που έκανε, σε συνεργασία με τους πολιτιστικούς συλλόγους, λαογραφικών εθίμων και δρώμενων των κατοίκων του χωριών, τα οποία προβλήθηκαν και προβάλλονται από τηλεοπτικές εκπομπές της κρατικής τηλεόρασης.
 Από τα ιδιαίτερα γνωρίσματα του καραγκούνικου ιδιώματος αναφέρω, με βάση τα βιβλία τους,  συνοπτικά, τα ακόλουθα:
α)  Η τροπή αφ’ ενός μεν κάθε άτονου ο (ω) και ε (αι) σε ι και αφ’ ετέρου η συγκοπή, η αποβολή ή η ατελής προφορά  των μη τονισμένων ου και i (=ι, η, ει, οι, κ.λ.π.)[2]. π.χ. άνθρουπους αντί άνθρωπος, ουραίους αντί ωραίος, έρχιτι αντί έρχεται, σπρί αντί σπυρί, πλί αντί πουλί, η Στέφους αντί ο Στέφος, η Μήτρους αντί ο Μήτρος, ου μύλους αντί ο μύλος, ου κόσμους αντί ο κόσμος, η πόρους αντί ο πόρος, βνό αντί βουνό, σκλαρήκι αντί σκουλαρήκι, γίνκα, λάλτσα αντί γίνηκα, λάλησα, η Στάθς αντί ο Στάθης, η Γιωργς αντί ο Γιώργις, σκνί αντί σκοινί, τς Ασπασίας αντί της Ασπασίας, τς ανθρώποι αντί τους ανθρώπους, μλάρ αντί μουλάρι, πουτάμ αντί ποτάμι, πιδί αντί παιδί, τρέχ’ αντί τρέχει, παίζ’ αντί παίζει. Σημειώνω ότι για τη συγκοπή και αποβολή γραμμάτων από καραγκούνικες λέξεις, αλλά και τη ντοπιολαλιά στην περιοχή μας (κυρίως στο Ξηρόμερο και το Αγρίνιο) μού έχει πει ο πατέρας μου ένα ανέκδοτο που είναι σχεδόν … πανελλήνιο:   Ένας χωριάτης ή καραγκούνης βρίσκεται μπροστά στη βιτρίνα κάποιου καταστήματος. Τον βλέπει ο καταστηματάρχης και βγαίνει έξω. Ο καραγκούνης νομίζοντας ότι ο καταστηματάρχης βγήκε για να τον επιπλήξει ή να τον διώξει, ρωτάει. Π’ράζ’ αν τ’ράου;  Ο καταστηματάρχης τον κοίταζε αμήχανος, χωρίς να καταλαβαίνει τί τού έλεγε. Ρωτούσε, πειράζει αν τηράω;    ( τηράω=βλέπω, κοιτάζω).
 β) Η ανάπτυξη δευτερεύοντος τόνου στα ρήματα όταν μετά την τονιζόμενη συλλαβή του πρώτου ενικού προσώπου επακολουθούν περισσότερες των δυο συλλαβών. Ο τόνος αναπτύσσεται στην τρίτη συλλαβή πέρα από αυτή. π.χ. έφαγα- έφαγάμι, έκατσα-έκατσάμι, έδουκα-έδουκάμι, έκανα-έκανέτι, κάθουμάστι - καθόμαστε, του σακάτιψάτι του πιδί - το σακατέψατε το παιδί, ήξιράτι - ξέρατε, ήφιράτι - φέρατε, φαίνουμι - φαίνουμέστι, τάφιρέτι - τα ηφέρατι, τα φέρατε, κ.λ.π.
γ) Η προσθήκη φωνηέντων ή συμφώνων στην αρχή των λέξεων. π.χ. παλάμη- απαλάμ, μασχάλη-αμασχάλ, χελώνα-αχιλώνα, πηδώ-αμπδάου, γκαστρώνω-αγκαστρώνου, δοκάνη – αδουκάν, λάθος – αλάθους, γλείφω – αγλείφου, παλαίβω – απαλαίβου, γέφυρα-γκέφυρα, κολύμπι-γκουλιούμπ, ταβάνι-νταβάνι, ουρά – νουρά, κλπ.
δ) Η αποβολή συμφώνων. π.χ. Παναγία-πανα’ΐα, Άγιος Δημήτριος-Ά’ι-Δημήτρης, μπογιά-μπου’ϊά, θα πέσεις-θα πέ’εις.
Οι  Θεσσαλοί παρά τις επιδρομές, τις μάχες και τις λεηλασίες  από πολυώνυμους λαούς βαρβάρων που δέχτηκαν στη μαρτυρική τους χώρα, διατήρησαν σχεδόν αλώβητη την προγονική τους γλώσσα μαζί με τα παλιά τους ήθη και έθιμα, τις δοξασίες, τις παραδόσεις και τις δεισιδαιμονίες. Τα νεοελληνικά γλωσσικά ιδιώματα είναι γεμάτα από αρχαίες λέξεις, πραγματικό χρυσάφι, λέξεις προγονικές αλώβητες από το πέρασμα και των πολλών χρόνων και των πολυώνυμων εχθρών.  Ο Δημήτριος Κρεκούκιας, διδάκτωρ Φιλοσοφίας και συντάκτης του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών, που χρόνια ασχολήθηκε με τα νεοελληνικά γλωσσικά ιδιώματα και τις αρχαίες λέξεις που έχουν επιβιώσει στα ιδιώματα αυτά, έχει δημοσιεύει  μεγάλο κατάλογο ουσιαστικών, επιθέτων και ρημάτων, που περιέχει το «αγροτοποιμενικό λεξιλόγιο της Δυτικής Θεσσαλίας».

Άλλοι οι Ελληνόβλαχοι και άλλοι οι Καραγκούνηδες
Σημειώνεται ότι  ο Γερμανός ρωμανιστής βαλκανολόγος, σλαβολόγος, λεξικογράφος και εθνολόγος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας, (διετέλεσε και μέλος της Ρουμανικής Ακαδημίας των Επιστημών!!!) Gustav Weigand,  επισημαίνει ότι δεν έχουν καμιά σχέση οι Βλαχόφωνοι της Ακαρνανίας με τους Καραγκούνηδες της Θεσσαλίας. Υπενθυμίζεται ότι ο Βάϊγκαντ  επισκέφτηκε τα βλαχόφωνα αυτά χωριά της Ακαρνανίας το 1890 και μεταφέρει τις εντυπώσεις του στο βιβλίο του υπό τον τίτλο  Die Aromunen” (Οι Αρωμούνοι), δύο τόμων, το οποίο πρωτοεκδόθηκε  στα γερμανικά το 1895 και στην Ελλάδα στα ελληνικά από τον Φιλολογικό, Ιστορικό και Λογοτεχνικό Σύνδεσμο Τρικάλων το 2001 (Εκδόσεις Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη), με εκτενή πρόλογο του καθηγητή Αχιλλέα Λαζάρου και σχόλια του παππού μου Δημήτρη Στεργίου. Στον πρώτο ογκώδη τόμο (σελίδα 227) αναφέρει για το θέμα αυτό τα ακόλουθα: «Αυτοί εδώ,  στη Μάνινα, οι ίδιοι αυτοαποκαλούνται στη διάλεκτό τους «Αρμάνοι (Αρμάν –Ριμένοι), ενώ οι Έλληνες γύρω τους τούς λένε Καραγκούνηδες…»
Στον δεύτερο πάλι ογκώδη τόμο (σελίδα 188) αναφέρει τα εξής: «Το όνομα Μάνινα έχει μεταφερθεί από το χωριό Κουτσομπίνα  ή Μάνινα σε όλη τη σειρά των χωριών κι εγώ διατηρώ αυτό το όνομα γι΄ αυτά τα χωριά, για να έχω μια συγκεκριμένη έκφραση για τη διάλεκτό τους. Οι ίδιοι ονομάζονται Αρωμούνοι – Ριμένοι, ενώ από τους άλλους Έλληνες που κατοικούν γύρω τους ονομάζονται Καραγκούνηδες, μια λέξη η οποία χρησιμοποιείται σε διάφορες περιοχές και επίσης με διαφορετική έννοια…» . Σαφής, σαφέστατος και ειλικρινής, λοιπόν, ο Βάιγκαντ.
Αλλά, πέρα από τον χαρακτηρισμό των Ελληνόβλαχων της Ακαρνανίας ως … «Βλαχόφωνων Καραγκούνηδων» με την ίδια έκδοση  και θεωρίες ενισχύεται και μια άλλη πλάνη! Εκεί, λοιπόν, αναφέρεται ότι οι … «Βλαχόφωνοι … Καραγκούνηδες» της Ακαρνανίας είναι τρίγλωσσοι, δηλαδή μιλούν ελληνικά, βλάχικα και αλβανικά. Αλλά, ηχηρότατη απάντηση σε αυτή την εξωφρενική αντίληψη δίνει πάλι ο Βάϊγκαντ, ο οποίος στο δεύτερο τόμο του βιβλίου που αναφέρθηκε πιο πάνω και στη σελίδα 229 αναφέρει τα εξής: «… Μιάμιση ώρα από τα Όχθια βρίσκεται το χωριό Κατσαρός, πού πήρε το όνομά του από τον τσέλιγκα. Αυτός δεν ήταν στο σπίτι και έτσι μας πήγαν στο χάνι. Εκεί μαζεύτηκαν οι άντρες που είχαν παρατηρήσει εδώ και πολύ καιρό τον ερχομό μας στην πεδιάδα και που τώρα ήταν περίεργοι να μάθουν «ποιού είναι αυτοί οι ξένοι». Εγώ τους μίλησα μόνο ελληνικά, ενώ με το συνοδό μου μίλησα αλβανικά, που αυτοί θεωρούσαν φράγκικη γλώσσα και έτσι ευχαριστήθηκα που μπόρεσα να ακούσω ότι λένε στη μητρική τους γλώσσα, χωρίς καμιά ντροπή από μένα, αφού δεν είχαν ιδέα ότι καταλάβαινα τα αρωμουνικά. Κάποιοι νόμισαν ότι έχω προσληφθεί στα έργα που γίνονταν κοντά για τα τραίνα. Άλλοι πάλι νόμισαν ότι θέλω να επιβάλω καινούργιους φόρους. Αυτοί οι τελευταίοι θύμωσαν ιδιαίτερα μαζί μου και μού μίλησαν απειλητικά …».
Δηλαδή, ο … «τρίγλωσσοι» «Βλαχόφωνοι Καραγκούνηδες» Κατσαριώτες, που «μιλούσαν» κατά τον συγγραφέα και μερικούς παρουσιαστές και … αλβανικά, όχι μόνο δεν καταλάβαιναν τη συζήτηση, αλλά νόμιζαν ότι και μιλούσαν … φράγκικα!  Σημειώνεται ότι ο Ελληνόβλαχος φιλόλογος  Κων. Νικολαϊδης στο μνημειώδες έργο του «Ετυμολογικόν Λεξικόν της Κουτσοβλαχικής Γλώσσης» (κυκλοφόρησε το 1907), αναφέρει ότι από τις 6.657 κουτσοβλάχικες λέξεις του Λεξικού οι 2.605 κατάγονται από την ελληνική (από έρευνα του παππού μου προκύπτει με ντοκουμέντα ότι μισές από τις λατινικές αυτές λέξεις ή γύρω  στις 1.300, είναι αρχαιοελληνικές, δηλαδή μυκηναϊκές και ομηρικές, αφού, ως γνωστόν, η Λατινική αντέγραψε απλώς τη μυκηναϊκή και ομηρική,  3.460 από την ελληνική (και συνεπώς με την προσθήκη των παραπάνω 1.300 ο αριθμός διαμορφώνεται σε  4.500!), 150 μόνο από την αλβανική και 185 από τη σλαβική.
Η προφορική πλάνη για «Καραγκούνηδες» της Ακαρνανίας μεταφέρεται και σε … βιβλίο!

 

Ένα ηχηρό ράπισμα σε μια πλάνη που άρχισε πριν από διακόσια χρόνια ερήμην των Ελληνοβλάχων της Ακαρνανίας και που συνεχίζεται και σήμερα από Ελληνόβλαχο δάσκαλο της περιοχής μας έδωσε ο παππούς μου Δημήτρης Στεργίου με το πρώτο  άρθρο-απάντησή του σε όσα ελέχθησαν, με βάση δικού τους Δελτίου Τύπου,  στην παρουσίαση του βιβλίου, το οποίο δημοσιεύθηκε σε όλα τα τοπικά μέσα μαζικής επικοινωνίας, υπό τον τίτλο «Οι Ελληνόβλαχοι της Ακαρνανίας  είναι … βλαχόφωνοι … Καραγκούνηδες!!!». Από το άρθρο αυτό παραθέτω το ακόλουθο απόσπασμα:
«Ακούστε, διαβάστε, δοξάστε και φτύστε ένα νέο  κατάπτυστο, ανιστόρητο και  παράξενο «επιστημονικό» κατασκεύασμα για τους Ελληνόβλαχους
Σε ένα τοπικό μπλόγκ της Αιτωλοακαρνανίας  (agriniopress) διάβασα ότι  η  Κοινωφελής Επιχείρηση Δήμου Αγρινίου και ο Πολιτιστικός Σύλλογος  Γουριώτισσας, διοργάνωσαν την  παρουσίαση του βιβλίου του κ.  Αντώνη Βασιλείου «Τοπωνυμικό της Βλαχόφωνης (Καραγκούνικης) περιοχής της Ακαρνανίας»
Η εκδήλωση έγινε  την Τρίτη 14 Αυγούστου 2012 στον προαύλιο χώρο του Δημοτικού Σχολείου της Γουριώτισσας.
Το βιβλίο παρουσίασαν οι  Κωνσταντίνος Κονταξής, επίκουρος καθηγητής Λαογραφίας, Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας,  Ιωάννης Νεραντζής, διδάκτωρ Ιστορικής Γεωγραφίας και Παναγιώτης Κοντός, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και συντονιστής της συζήτησης.
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, στον ίδιο χώρο λειτούργησε έκθεση με φωτογραφικό και λαογραφικό υλικό σχετικό με τους Καραγκούνηδες (η υπογράμμιση δική μας)!
…Επιτρέψτε μου τώρα να καταγγείλω όλα αυτά τα επιστημονικώς, λαογραφικώς γλωσσολογικώς ανεπίτρεπτα και ανιστόρητα που  ελέχθησαν κατά την παρουσίαση του βιβλίου αυτού, για τους εξής λόγους:
Πρώτον, από τα βιβλία μου που μού ζήτησε ο συγγραφέας και προθύμως του πρόσφερα προκύπτει επιστημονικώς, λαογραφικώς και γλωσσολογικώς ότι οι Ελληνόβλαχοι της Ακαρνανίας δεν έχουν καμιά σχέση με τους Καραγκούνηδες της Θεσσαλίας, οι οποίοι μιλούν μόνο ... ελληνικά! Αμ δε, εκείνος , επιμένει!!!
Δεύτερον, ακόμα και ο Γερμανός περιηγητής Gustav Weigand, ο οποίος επισκέφθηκε τα βλαχοχώρια της Ακαρνανίας με γενναίες επιχορηγήσεις ρουμανικών κυβερνήσεων περί το 1890 και παραμένει προσηλωμένος στον αρχικό προγραμματισμό παρουσίασης των Αρμάνων (Ελληνοβλάχων) ως ... Ρουμάνων,αναφέρει στον πρώτο Τόμο του Βιβλίου του "Οι Αρωμούνοι" (Βλάχοι) και στη σελίδα 227 ότι "οι ίδιοι (σημείωση: οι Ελληνόβλαχοι της Ακαρνανίας) αυτοαποκαλούνται στη διάλεκτό τους "Αρμάνοι" (Αρμάν), ενώ οι Έλληνες γύρω τους τους λένε Καραγκούνηδες. Σημειώνω ότι όλοι οι κάτοικοι των έξι αυτών βλαχοχωριών (πλήν του … συγγραφέως , βεβαίως, ο οποίος επιμένει ότι είναι … Καραγκούνης….!!!)  αυτοαποκαλούνται .» Ριμένοι».  Φαίνεται ότι ο συγγραφέας και οι παρουσιαστές παραδόξως και προκλητικώς υιοθετούν το χαρακτηρισμό των Ελληνοβλάχων της Ακαρνανίας ως ... "Καραγκούνηδων" των πέριξ κατοίκων, του Αγρινίου, Μεσολογγίου κλπ και όχι τον επιστημονικό και πραγματικό όρο "Ελληνόβλαχοι" (Αρμάνοι)!!!.
Τρίτον, ο ελληνοβλάχικος λόγος των κατοίκων των έξι βλαχοχωριών της Ακαρνανίας δεν είναι "γλώσσα" ή "γλωσσική ομάδα", όπως περιέργως ανέφεραν  στην παρουσίασή τους άσχετοι με ελληνοβλάχικα θέματα καθηγητές, αλλά γλωσσικό ιδίωμα που δημιουργήθηκε από τον εκλατινισμό αυτοχθόνων Ελλήνων κατά μήκος της τότε αρχαίας Εγνατίας οδού, κυρίως στην Ήπειρο.
Τέταρτον, οι Ελληνόβλαχοι της Ακαρνανίας είχαν πάντα ως πανάρχαια κοιτίδα τους την Ήπειρο, από όπου κατέβαιναν επί αιώνες για χειμαδιό στην Ακαρνανία. Μετά το 1840 και ύστερα από σχετική επιστολή τους προς τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια αποφάσισαν την οριστική εγκατάστασή τους στην Ακαρνανία.
Πέμπτον, τέτοια κραυγαλέα στρέβλωση της επιστημονικής έρευνας και της πραγματικότητας ίσως να διεκδικεί Ρεκόρ Γκίνες…»
Μερικά συντριπτικά ντοκουμέντα  κατά  θεωριών  Βασιλείου και Νεραντζή …
Στη συνέχεια, ο παππούς μου απάντησε με νέα ηχηρά ντοκουμέντα σε παρέμβαση του εκ των παρουσιαστών του παραπάνω βιβλίου Ιωάννη Νεραντζή, ο οποίος χαρακτήρισε τον Δημήτρη Στεργίου ως «βλάκα», με άρθρο του, όπου επισήμαινε ότι «η θεωρία του για  ... βλαχόφωνους Καραγκούνηδες στην Ακαρνανία,  μαζί με μερικές άλλες, μη … «εθνοκεντρικές», όπως υπερηφάνως … υποστηρίζουν,  ενισχύει τη  νέα αντεθνική προπαγάνδα και κοσμοθεωρία των «Μακεδοαρμάνων» ότι οι … «Οι Βλάχοι προϋπήρχαν της ρωμαϊκής κατάκτησης του Αίμου και ότι η αρχαία θρακική/μακεδονική/ φρυγική γλώσσα ήταν τα … βλάχικα»!!!Από το άρθρο αυτό παραθέτω τα ακόλουθα αποσπάσματα:
«Ο υβριστής μου … παιδαγωγός, φιλόλογος (και στην περίπτωση αυτή βιβλιοκριτικός «βιβλιοσυγγράμματος»!) δεν γνωρίζει ότι άλλο είναι «καλάμι» και άλλο  … «καλαμίδα» ή «καλαμίδι». Η καλαμίδα ή καλαμίδι, σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Μπαμπινιώτη είναι μακρύ καλάμι στην άκρη του οποίου είναι προσαρμοσμένη πετονιά με τα αγκίστρια για να πιάνει ο χειριστής του … ψάρια! Και η λέξη αυτή για …  «ψάρια»  ή … «λαβράκια» αποτελεί μέγιστη καταξίωση ενός δημοσιογράφου!!! Δηλαδή, επισημαίνει και δημοσιεύει συγκλονιστικές ειδήσεις! Και, προς στιγμήν «έπιασα» … δύο: Τον κ. Βασιλείου και τον κ. Νεραντζή!!!
Αυτά εισαγωγικά. Ύστερα, επειδή ο κ. Νεραντζής επιμένει για «Καραγκούνηδες» στην Ακαρνανία, για τρίγλωσσους, οι οποίοι μπορεί να γίνουν, με την ίδια «σοφή» λογική του, όλοι οι παλαιοί και ιδιαίτερα οι σημερινοί νέοι σε ηλικία Έλληνες  … «εκατοντάγλωσσοι», και επειδή επικαλείται και τον μεγάλο αείμνηστο καθηγητή και ακαδημαϊκό Αντώνη Κεραμόπουλο για να με … «κατατροπώσει», παρασυρθείς από τον κ. Βασιλείου, ως «βλάξ» θα δώσω τη σκυτάλη στον «βλάκα» Κεραμόπουλο, τον «βλάκα» Βακαλόπουλο», τον «βλάκα» Κων. Κούμα και άλλους «βλάκες»  για να ενημερώσω, όπως έκανα και κάνω επί σαράντα χρόνια ως δημοσιογράφος και συγγραφέας βιβλίων (και όχι «βιβλιοσυγγραμάτων»!) τους αναγνώστες μου με επιστημονικά στοιχεία και ντοκουμέντα. Σημειώνω ότι όλα τα βιβλία των καθηγητών αυτών τα έχω διαβάσει και τα έχω στη βιβλιοθήκη μου.
Τι έλεγε ο Αντώνης Δ. Κεραμόπουλος
Στην ομιλία στην παρουσίαση του βιβλίου «Τοπωνυμικό της Βλαχόφωνης (Καραγκούνικης) περιοχής της Ακαρνανίας»  του κ. Αντώνη Βασιλείου, ο κ. Νεραντζής επισημαίνει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Το ζήτημα αυτό μπαίνει με τη μορφή του εξής ερωτήματος: Γιατί τα μέλη της Βλάχικης γλωσσικής ομάδας της Ακαρνανίας, δηλαδή οι Καραγκούνηδες, μιλούσαν σε παλιότερες εποχές συγχρόνως Βλάχικα, ελληνικά και αλβανικά;». Και μας «φωτίζει» με την ακόλουθη απάντησή του,  για την οποία ισχυρίζεται μάλιστα ότι είναι της «σύγχρονης ιστορικής έρευνας, η οποία έχει ξεπεράσει την εθνοκεντρική της ιστορίας», δηλαδή της ... «φαντασίας» του, της  έξωθεν προπαγάνδας (ε, όταν δεν είναι εθνοκεντρική, τι είναι, κύριε Νεραντζή;  Δεν είναι .. εξωκεντρική; Πείτε μας, για όνομα του θεού!!!). Λέει, λοιπόν, ο μη «εθνοκεντρικός» κ. Νεραντζής:
«Η απάντηση της σύγχρονης ιστορικής έρευνα,  που έχει ξεπεράσει την εθνοκεντρική θεώρηση της Ιστορίας, στο ερώτημα αυτό δίδεται δια στόματος ενός άλλου ιστορικού, του Ζάχου Παπαζαχαρίου, στο βιβλίο του «Βαλκανική Κολυμβήθρα ονομάτων» που εκδόθηκε το 1910, όπου διαβάζουμε τα εξής: «Σύμφωνα με την έρευνα του ακαδημαϊκού Α. Δ. Κεραμόπουλου, που δημοσιεύθηκε το 1953, η λέξη «Βλάχος» δεν είναι εθνώνυμο! Η ονομασία «Vlachus» υπάρχει στα λατινικά κείμενα από τον καιρό της κατάληψης της Αιγύπτου από τους Ρωμαίους, δηλαδή μετά το 48 π.Χ. Συγκεκριμένα, από τότε Βλάχους ή Φελάχους ονόμασαν αρχικά οι Ρωμαίοι τους limitaneus, τους φύλακες των συνόρων της Αιγύπτου και αργότερα όλους τους συνοριοφύλακες του ρωμαϊκού κράτους».

Στο «μη αυτό εθνοκεντρικό σημείο» του, ας μου επιτρέψει ο «σοφός» κ. Νεραντζής τις ακόλουθες πρώτες (με το μαλακό!!!) παρατηρήσεις:
Πρώτον, πώς ένα βιβλίο του  Ζάχου Παπαζαχαρίου, το οποίο κυκλοφόρησε το 1910, όπως επισημαίνει, αναφέρεται σε μιαν έρευνα του Κεραμόπουλου που κυκλοφόρησε το … 1953, είναι ένα ακόμη … μυστήριο!
Δεύτερον, η αιγυπτιακή λέξη «φελλάχος» δεν ανταποκρίνεται στην ετυμολόγηση της λέξης «Βλάχος», διότι «φελλάχος» στα αιγυπτιακά είναι ο αγρότης και όχι … «φύλακας κλεισουρέων».
Στη συνέχεια, αναφέρει στην ίδια ομιλία του τα εξής:
«Βασισμένοι, λοιπόν, και στο σύγγραμμα αυτό του κ. Αντώνη Βασιλείου, μπορούμε τώρα να υποστηρίξουμε ότι βλάχικα γλωσσικά ιδιώματα ήταν και αρχαιότερα από τη λατινική γλώσσα και επέδρασαν σ΄ αυτήν εκ των υστέρων για να διαμορφωθεί η λαϊκή λατινική…»
Η απάντησή μας καταπέλτης: «Συγχαρητήρια, κύριε Βασιλείου, συγχαρητήρια κύριε Νεραντζή! Τα ίδια λένε και οι «Μακεδορμάνοι», η νέα αντεθνική προπαγάνδα και  η κομοσθεωρία των «Μακεδοαρμάνων» που λένε ότι η αρχαία /μακεδονική.φρυγική/γλώσσα ήταν … βλάχικη!!! Συγχαρητήρια!!!
Και άλλο ακόμα «σοφό» απόσπασμα» από την ομιλία του κ. Νεραντζή:
    « Όσο για τη συγγένεια των γλωσσικών ιδιωμάτων όλων των ανά την Βαλκανική Χερσόνησσο κατοικούντων Βλάχων, αυτή οφείλεται στην αρχαία συγγένεια όλων των ιλλυρικών ιδιωμάτων της Βαλκανικής από την οποία προέρχονται τα γλωσσικά ιδιώματα των κατά τόπους Βλάχων, σύμφωνα με την έρευνα του ακαδημαϊκού Α. Κεραμόπουλου, αν και η μελέτη του αυτή δεν έγινε ευρύτερα γνωστή, ούτε και οι ίδιοι οι Βλάχοι της Ελλάδας την πρόσεξαν, αλλά και σύμφωνα με το αντίστοιχο γλωσσικό πόρισμα του Αντώνη Βασιλείου στο βιβλίο του αυτό». Μια ακόμα παρατήρηση: Όλο το έργο του Κεραμόπουλου είναι γνωστό σε όλους τους επιστήμονες, ειδικούς επιστήμονες, βλαχολόγους, γλωσσολόγους, λαογράφους και εκατοντάδες συγγραφείς. Ο κ. Βασιλείου προφανώς δεν γνώριζε το έργο αυτό και το … ανακάλυψε τώρα!
Λοιπόν, από το σημείο αυτό παραδίδουμε τη «σκυτάλη» στον αείμνηστο καθηγητή και ακαδημαϊκό Αντ. Δ. Κεραμόπουλο για να συντρίψει όλες αυτές τις  ανιστόρητες «διαπιστώσεις». Και για του λόγου το αληθές, θα το καταδείξω παρουσιάζοντας επιγραμματικά μόνο μερικές επισημάνσεις του, όπως τις καταγράφει αναλυτικά και με ντοκουμέντα ο κ. Αχιλλεύς Λαζάρου στο ογκώδες τετράτομο έργο «Ελληνισμός και Λαοί της Νοτιανατολικής Ευρώπης – Διαχρονικές και επιστημονικέ διαδρομές» (Αθήνα 2009). Από το έργο αυτό άνω 3000 σελίδων, για τη συντριβή τέτοιων απόψεων αναδημοσιεύω ενδεικτικά από τον Α΄ Τόμο τις ακόλουθες επισημάνσεις του Κεραμόπουλο:
Πασίγνωστος  ο Κεραμόπουλος
-          «Ο «επιμελητής – κατ΄ ευφημισμόν- προσποιείται άγνοια παλαιοτέρων και συγχρόνων επιστημόνων, Ελλήνων και ξένων , που αποδεικνύουν περίτρανα την αυτοχθονία και την ελληνικότητα των Βλάχων, ή, αφελέστατα βασίζεται στο ότι κανείς δεν προσέχει και δεν διαβάζει τα Πρακτικά», επισημαίνει ο κ. Λαζάρου για κάποιο άλλο «συγγραφέα», που έλεγε τα ίδια για τον Κεραμόπουλο! Και συνεχίζει: « Ο Μακεδών ακαδημαϊκός είχε την επιστημονική παρρησία –παλληκαριά για ανάπτυξη των θέσεων με τον προεδρικό λόγο στην Ακαδημία Αθηνών ενώπιον των συναδέλφων του και επιλέκτων ερευνητών όλων των Κέντρων του Ιδρύματος, καθώς και καθηγητών του Πανεπιστημίου. Τον επίσημο λόγο του ο Κεραμόπουλος δημοσιεύει στον ημερήσιο αθηναϊκό Τύπο και εν συνεχεία ανατυπώνει σε βιβλίο αυτοτελές, μεστό πηγών αρχαίων και μεσαιωνικών, ελληνικών και λατινικών, συνάμα δε πλούσιας βιβιογραφικής τεκμηριώσεως, οπότε καθίσταται δύσκολη η κατανόησή του από στερουμένους πανεπιστημιακής παιδείας. Προσιτά είναι μεταγενέστερα δημοσιεύματά του στην Επιστημονική Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, της Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, Μακεδονικών σπουδών κλπ…».

Οι βλαχόφωνοι  είναι μόνο ελληνικής καταγωγής

-          «Τους λατινόφωνους – βλαχόφωνους της Ηπείρου, Μακεδονίας, Θεσσαλίας δέχονται ελληνικής καταγωγής και άλλοι Έλληνες πανεπιστημιακοί: Αντ. Δ. Κεραμόπουλος, Στίλπνων Κυριακίδης, Γεώργιος Κόλλας, Άρης Πουλιανός…».
«Δεν υπήρχαν Ιλλυριοί στην Αιρωλοακαρνανία»!
-          «Εντελώς εσφαλμένα αναζητείται Ιλλυρία προς την Αιτωλοακαρνανία. Βέβαια, εντοπίζεται πολύ πέραν των βορείων συνόρων της Βορείου Ηπείρου, όπως με ακρίβεια επισημαίνεται από τους αρχαίους Στράβωνα, μεσαιωνικούς – βυζαντινούς, Προκόπιο, συγχρόνους μας Αντ. Δ. Κεραμόπουλο…».
«Υπάρχουν μόνο ηπειρώται Έλληνες και όχι Ιλλυριοί»
-          «Πέραν του ποταμού Γενούσου είναι Ιλλυριοί, εντεύθεν  δε είναι ηπειρώται Έλληνες. Ούτοι, είτε ορθόδοξοι χριστιανοί είναι, είτε μωαμεθανοί Τόσκηδες, είναι αδιάγνωστοι απ΄ αλλήλων έξω της θρησκείας» (Αντώνη Δ. Κεραμόπουλου, εργασία υπό τον τίτλο «Ιλλυριοί – Αλβανοί και Αρβανίτες», Πεπραγμένα του Θ΄ Διεθνούς Βυζαντινολογικού Συνεδρίου, Θεσσαλονίκη 1953, σελίδες 478).
«Οι λατινόγλωσσοι είχον μόνο εθνικόν αίθημα»

-          «Οι λατινόγλωσσοι της Ελλάδος όχι μόνον το εθνικό αίσθημα διετήρησαν, αλλά και την γοητεία του ελληνικού γλωσσικού οργάνου ησθάνοντο και ήθελον και εφρόντιζον να ανακτήσουν αυτό ως αισθητόν και έντονον εθνικόν γνώρισμα, ιδρύοντες ελληνικά σχολεία”.  (Αντ. Δ. Κεραμόπουλος, «Μακεδονικά», 2 (1941 – 1952)514).

Ένα ακόμα συντριπτικό επιστημονικό γρονθοκόπημα
-          Και ιδού κι ένα άλλο, συντριπτικότατο,  επιστημονικό γρονθοκόπημα του Κεραμόπουλου κατά Νεραντζή – Βασιλείου: «Αποικίαι εξ Ιταλίας δεν εστάλησαν εις τον limitem  τούτον της Ελληνικής χερσονήσσου, οι κάτοικοι ήσαν Έλληνες και έγραφον ελληνικά επιγραφάς, ας είχον. Έπειτα, επί Ρωμαίων γίνονται λατινόγλωσσοι και γράφουν οι ίδιοι λατινικάς επιγραφάς, ας  έχομεν…» (Αντ. Δ. Κεραμόπουλος, βλέπε πιο πάνω «Μακεδονικά).
Βλαχόφωνοι Καραγκούνηδες; Ε, και βλαχόφωνοι … Εβραίοι!
-          Στο βιβλίο του «Τι είναι οι Κοτσόβλαχοι» (Αθήναι 1939) ο Κεραμόπουλος, σχολιάζοντας  το γνωστό βιβλίο του Ισπανο-Εβραίου περιηγητή Βενιαμίν εκ Τουδέλης, ο οποίος επισκέφθηκε κατά τον 12ον αιώνα  και την Αιτωλοακαρνανία, όπου σε κάθε αναφορά μετρούσε πόσοι Εβραίοι κατοικούσαν σε διάφορες πόλεις, καταφέρει και ένα άλλο συντριπτικό γρονθοκόπημα στον κ. Νεραντζή, ο οποίος υποστηρίζει ότι σε κάθε επαφή ή συμβίωση Ελλήνων με αλλότριους  τους κάνει  … πολύγλωσσους ή Ιλλυριούς ή Αλβανούς ή Λατίνους!!! Γράφει, λοιπόν, ο Κεραμόπουλος ειρωνευόμενους κάποιο συγγραφέα: «Οι Βλάχοι πρέπει να ήσαν Εβραίοι! Αφού μάλιστα είχον  και εβραϊκά ονόματα (Θωμάς, Ιωάννης, Μιχαήλ, Μαρία, Μαγδαληνή κλπ)».
Κι άλλο ισχυρό ράπισμα
-          Άλλο ράπισμα: «Η λατινογενής γλώσσα, ήν έχουν σήμερον οι Βλάχοι, επεδήμησεν εις την Μακεδονικήν ή την Ηπειρωτικήν ή Θεσσαλικήν κοινήν ορεινήν ή την πεδινήν χώραν επί της Ρωμαιοκρατίας» (Αντ. Δ. Κεραμόπουλος, «Ο Στράβων και οι Βλάχοι της Πίνδου», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, 23, 1953, 71).
Αρχαίοι αυτόχθονες Έλληνες οι βλαχόφωνοι
-          Και μια ακόμα επισήμανση του Κεραμόπουλου από το ίδιο βιβλίο, η οποία επιβεβαιώνει και τις δικές μας επιστημονικές διαπιστώσεις» «Εκ πάντων τούτων συνάγεται ότι εις την Θεσσαλικήν πεδιάδα κατήρχοντο εκ των γειτονικών ορέων … κτηνοτρόφοι… και διέμενον μετά των κτηνών των εις την Θεσσαλικήν πεδιάδα κατά την ψυχράν περίοδον του χειμώνος και επανήρχοντο εις τα όρη περί το έαρ. Ούτος ήτο ο βίος των αρχαίων Περραιβών, ελληνικής φυλής, λατινογλώσσων όμως…».
Υπάρχει χρεία άλλων ντοκουμέντων, τα οποία στην περίπτωση αυτή, περιορίζονται σε μερικά που αναφέρει ο Κεραμόπουλος, τον οποίο επικαλούνται οι κ. Νεραντζής και Βασιλείου. Είμαι σίγουρος ότι κ. Λαζάρου, θα είναι πιο καταιγιστικός με τα επιστημονικά βέλη που έχει φαρέτρα του!

   Η πολύχρονη σύγχυση στην Αιτωλοακαρνανία για τους Ριμένους και η ραπιστική απάντηση του Κων. Κουτσομπίνα
Δεν περίμενα ποτέ ότι μια σύγχυση που διατηρούσαν από άγνοια στην περιοχή μας γύρω από την πραγματική ονομασία και καταγωγή των Ριμένων – Ελληνόβλαχων της Ακαρνανίας θα γινόταν «επιστημονικό» φλάμπουρο από Ελληνόβλαχο συγγραφέα και άσχετους άλλους συναδέλφους του. Δικαιολογήστε μου την έκπληξη αυτή για την παράξενη μάλιστα επιμονή ενός  βλαχόφωνου από τα Όχθια εκπαιδευτικού,(αλήθεια εκείνος μιλάει και … καραγκούνικα;)  του συγγραφέα του επίμαχου αυτού βιβλίου, που χαρακτηρίζει τους βλαχόφωνους  της Ακαρνανίας ως … Καραγκούνηδες,  αναφέροντας τα εξής:
Στο τεύχος 48 (Ιανουάριος – Απρίλιος 1976) του περιοδικού «Νιοχώρι» δημοσιεύθηκε ένα άρθρο του Θανάση Κοντοπάνου «Περί Βλάχων – Καραγκούνηδων» στο οποίο ήταν διάχυτη η σύγχυση που κυριαρχούσε κυρίως στη γύρω περιοχή για τους κατοίκους των έξι βλαχοχωριών της Ακαρνανίας, δηλαδή της Παλαιομάνινας, της Στράτου, των Οχθίων, της Γουριώτισσας, των Αγραμπέλων και του Στρογγυλοβουνίου, γύρω από το χαρακτηρισμό τους ως «καραγκούνηδων» και τη … «ρουμανική» καταγωγή τους.
Στο άρθρο αυτό απάντησε με τεκμηριωμένη επιστολή – ντοκουμέντο ο  αείμνηστος  Κωσταντίνος Νικολάου Κουτσομπίνας. Ο Κωνσταντίνος Κουτσομπίνας, γιος του Νίκου Κουτσομπίνα και εγγονός του Θύμιου Κουτσομπίνα, ιδρυτών της Παλαιομάνινας, ήταν  ο δεύτερος γιος της οικογενείας (ο πρώτος ήταν ο αείμνηστος Φώτης Κουτσομπίνας). Πολυμαθέστατος, πολυδιαβασμένος. Ίσως, επειδή είχε το χρόνο όλο δικό του καθώς από τα εφηβικά του χρόνια (λίγο μετά την εισαγωγή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο μαζί με το Βασίλη Φίλιππα Νίτσα) ήταν καθηλωμένος στο αναπηρικό κρεβάτι και καθόταν στο σπίτι που βρισκόταν (και είναι ακόμα) στην εντυπωσιακή αυλή του αρχοντικού Κουτσομπίνα.
 Είχα την καλή τύχη και την τιμή να  συζητάμε ώρες ολόκληρες με τον Κωνσταντίνο Κουτσομπίνα, ενώ πολλές φορές τον εφοδίαζα και με δικά μου βιβλία, καθότι, όπως προανέφερα, ήταν δεινός μελετητής. Αυτές οι επισκέψεις και οι συζητήσεις στο σπίτι του άρχισαν μετά το 1955 (από μαθητής του Γυμνασίου τη Παλαμαϊκής Σχολής Μεσολογγίου), συνεχίσθηκαν, όταν κατέβαινα στο χωριό, όταν ήμουν φοιτητής στο πανεπιστήμιο και κορυφώθηκαν μετά το 1969, όταν ήδη είχε αρχίσει η δημοσιογραφική μου πορεία.
Θυμάμαι, λοιπόν, ότι μετά το Πάσχα του 1976 είχα επισκεφθεί το χωριό μας και, φυσικά, πήγα να δω (όπως έκανα πάντα!) τον Κωνσταντίνο Κουτσομπίνα, ο οποίος πάντα ρωτούσε τον πατέρα μου (ήταν ο κουρέας του!) πότε θα κατέβαινα στο χωριό. Με είχε ενημερώσει ο πατέρας μου, λέγοντας ότι ο «Κωστάκης» (έτσι τον έλεγαν στο χωριό!) σε περιμένει με αγωνία, αλλά δεν μού είπε τι σε θέλει! Πράγματι, επισκέφθηκα τον Κωνσταντίνο Κουτσομπίνα κι αμέσως μου έδωσε να διαβάσω το άρθρο που είχε δημοσιευθεί στο περιοδικό «Νιοχώρι». Για πρώτη φορά διαπίστωσα ότι ήταν εκνευρισμένος. Και εξεπλάγην διότι ήταν πάντα ήρεμος, γαλήνιος! «Τι κάνω, τώρα Δημητράκη;», μου είπε. «Απλούστατα, να στείλεις μιαν επιστολή στο περιοδικό, όπου θα παρουσιάζεται η πραγματικότητα, η οποία είναι πολύ θολή στην περιοχή μας για τους Ελληνόβλαχους», που δεν είμαστε «Καραγκούνηδες»  του απάντησα.
Αμέσως, γαλήνευσε, ηρέμησε. «Την έχω έτοιμη», μου είπε!  «Διάβασέ την, σε παρακαλώ, και πες μου τις εντυπώσεις, καθώς εσύ γνωρίζεις την πραγματικότητα, αφού από φοιτητής συνεργαζόσουνα με τον αδερφό μου, τον Φώτη».
Τη διάβασα την επιστολή και πράγματι θαύμασα τα άψογα Ελληνικά του συγγραφέα και διαπίστωσα ότι ήταν καταπέλτης όσον αφορά την τεκμηρίωση της ελληνοβλάχικης (κουτσοβλάχικης  …καραγκούνικης!!!)) διαλέκτου ως ελληνικής και το ράπισμα της προπαγάνδας (δεν έχει παύσει ποτέ) ότι η Κουτσοβλαχική είναι … ρουμανική! Μπορώ να πω ότι ενθουσιάσθηκα από το περιεχόμενο της επιστολής διότι τα επιχειρήματα που παρετίθεντο σ΄ αυτήν προέρχονταν από έναν άμεσο γόνο ιδρυτή του χωριού μας, ο οποίος ανέβαινε πολλά χρόνια πριν  με τα κοπάδια του στην Ήπειρο για ξεκαλοκαιριό και κατέβαινε στην Ακαρνανία για χειμαδιό. Συμπεραίνω, λοιπόν, πέρα από τις γνώσεις που απέκτησε ο Κωνσταντίνος Κουτσομπίνας για το θέμα αυτό από τις συνεχείς μελέτες σχετικών βιβλίων και άλλων πηγών, ένα μέρος προερχόταν από τον πατέρα του  Νίκο Κουτσομπίνα και τον παππού του Θύμιο Κουτσομπίνα. Δηλαδή, πρόκειται για πληροφορίες από «πρώτο χέρι».Διαπίστωσα όμως ακόμα ότι, ως άρχοντας και αριστοκράτης που ήταν, εμφανιζόταν στην επιστολή ως πάρα πολύ ευγενικός! Κι έτσι πείσθηκε και δέχθηκε να αλλάξει το κείμενο της επιστολής προς το τέλος! Ικανοποιήθηκε από τη διαβεβαίωση αυτή και τον αποχαιρέτησα τονίζοντας να στείλει την επιστολή αυτή στο περιοδικό «Νιοχώρι».
 Όπερ και εγένετο. Υπό ημερομηνία 8 Ιουνίου 1976 ο Κωνσταντίνος Ν. Κουτσομπίνας έστειλε την επιστολή αυτή στο περιοδικό «Νιοχώρι», η οποία δημοσιεύθηκε στο επόμενο τεύχος (49/1976) και η οποία είχε ως εξής:
«Κύριε διευθυντά, εις το 48 τεύχος Ιανουαρίου Απριλίου 1976 του έγκριτου και χρήσιμου περιοδικού της Κοινότητας Νεοχωρίου «Νιοχώρι», διάβασα το άρθρο του αξιότιμου κυρίου Θανάση Κοντοπάνου περί Βλάχων – Καραγκούνηδων. Σαν άμεσος απόγονος των αναφερομένων εις το άρθρο τούτο, Θύμιου και Νίκου Κουτσομπίνα (εγγονός του πρώτου και υιός του δεύτερου) θέλω να συγχαρώ τον συγγραφέα του άρθρου για τα τόσον λεπτομερή γεγονότα, τα οποία εκθέτει, όσον αφορά τα δύο προσφιλή μου πρόσωπα των προγόνων μου, ως και για τα ήθη και έθιμά μας. Θα μου επιτρέψει όμως ο κύριος Κοντοπάνος να διαφωνήσω εις το θέμα της καταγωγής μας. Κανείς από τους ομοφύλους μας είτε κατοικούντες εις Ακαρνανίαν είτε εις Ήπειρον και Μακεδονίαν, που γνωρίζουν έστω και ολίγα γράμματα, δεν παραδέχονται ότι κατάγονται από τους Ρουμάνους, διότι γνωρίζουν ότι η γλώσσα μας ομοιάζει περισσότερο με την Ελληνικήν και Ιταλικήν, παρά με την Ρουμανικήν. Όπως δε αναφέρουν εις συγγράμματά των περίφημοι επιστήμονες, όπως ο ακαδημαϊκός ιστοριοδίφης Κεραμόπουλος, ο πρόεδρος της Ανθρωπολογικής Εταιρείας κ. Άρης Πουλιανός και ο εξοχότατος υπουργός Εθνικής Αμύνης κ. Ευάγγελος Αβέρωφ, η φυλή μας, των Κουτσοβλάχων (όχι Βλάχων) είναι η πιο γνήσια ελληνική, όμοια των Σαρακατσαναίων. Όσον αφορά το ζήτημα της διαλέκτου που χρησιμοποιούμεν και η οποία είναι πολύ πτωχή σε λέξεις ξένες (ιταλικές), οι ως άνω ειδήμονες περί την Ιστορίαν, το εξηγούν ως εξής: Γνωρίζομεν ότι μετά τα τέλη του 2ου π.Χ. αιώνος, ήτοι μετά την εν Κυνός Κεφαλαίς μάχη μεταξύ του Μακεδόνος Βασιλέως Φιλίππου Ε΄ και του Ρωμαίου αρχηγού Φλαμενίνου, η Ελλάς υπετάγη εις τους Ρωμαίους, ηττηθέντος του Φιλίππου κατά την ως άνω μάχην. Οι κατακτηταί Ρωμαίοι, προς επικοινωνίαν με τας Αματολικάς επαρχίας, κατασκεύασαν την περίφημον «Εγνατίαν Οδόν», οδικήν αρτηρίαν μεγάλης στρατιωτικής και εμπορικής σημασίας. Η οδός αυτή άρχιζε από το Δυρράχιον επί της Αδριατικής, κατευθύνετο προς Νότον μέχρι των σημερινών συνόρων , περίπου Ελλάδος – Αλβανίας, από εκεί κατευθύνετο προς Ανατολάς μέχρι του Έβρου ποταμού. Μετά την κτίσιν της Κωνσταντινουπόλεως υπό του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επεξετάθη μέχρις αυτής. Το μήκος της έφθασε τα 800 περίπου χιλιόμετρα. Λόγω , λοιπόν, της σπουδαιότητός της ήτο ανάγκη να φυλαχθεί η οδική αυτή αρτηρία δια φρουρών. Δια να μην απασχοληθούν δε ρωμαϊκαί δυνάμεις εις την υπηρεσίαν αυτήν, στρατολογούσαν οι Ρωμαίοι μισθοφόρους εκ των ομόρων περιοχών, ήτοι Αλβανίας, Ελλάδος και Σερβίας. Τοιουτοτρόπως, οι μισθοφόροι αυτοί ήταν υποχρεωμένοι να εκμάθουν τις στοιχειώδεις φράσεις των προϊσταμένων τους αξιωματικών εις την επικρατούσαν τότε Ρωμαϊκήν γλώσσαν, η οποία συν τω χρόνω μετεβλήθη σε μητρική τους γλώσσα. Και έτσι έχομεν τους Αρβανιτοβλάχους (Αλβανοί φρουροί), Κουτσόβλαχους, οι απόγονοι των Ελλήνων Φρουρών κλπ. Εις επίρρωσιν των ανωτέρω υπάρχει εν παλαιόν λεξικό της Κουτσοβλαχικής διαλέκτου, συγγραφεύς του οποίου είναι διακεκριμένος Γυμνασιάρχης του οποίου το όνομα δεν ενθυμούμαι, Κουτσόβλαχος  την καταγωγήν, δια του οποίου, επιστημονικώς αποδεικνύει ότι εις την Κουτσοβλαχικήν διάλεκτον αι περισσότεραι λέξεις προέρχονται από ρίζας Ελληνικών λέξεων, όπως π.χ. λέμε την κάλτσαν εις την Κουτσοβλαχικήν «περπόντι», ως το αρχαίον  Ελληνικό «περιπόδιον». Το πρόβατο το λέμε «όϊ», εκ του Ομηρικού «Όϊς», την χαράν τη λέμε  «χαράον», την «παρηγοριάν» «προυγουρίη», το «υποκάμισον «κεμιάσε», το «ποτάμι» «ρέου» εκ των «ρέω» κλπ (Σημείωση: Εννοεί τον Κωνσταντίνο Νικολαίδη, ο οποίος το 1909 κυκλοφόρησε το πολύτιμο ογκώδες «Λεξικό της Κουτσοβλαχικής Γλώσσης»). Όπως έχω διαβάσει σ΄ εφημερίδα, μια Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Αμερικής χαρακτηρίζει την φυλήν των Κουτσοβλάχων Ηπείρου, Στερεάς Ελλάδος, Μακεδονίας και Θράκης ως τους πλέον γνήσιους Έλληνας. Αυτά προς αποκατάστασιν τη αληθείας. Και πάλιν συγχαίρω τον αξιότιμον κύριον Κοντοπάνον δια το περισπούδαστον πόνημά τους περί της φυλής μας, έστω και αν, λόγω των πολλών αντιφατικών γνωμών που υπάρχουν γι΄ αυτήν όσον αφορά την καταγωγή της (πράγμα που συμβαίνει και για την προέλευσιν πολλών λαών και για τους ομιλούντας μόνον την Ελληνικήν Έλληνας, όρα Φαλμεράϊερ), παρασύρθηκε από αβασάνιστες απόψεις μερικών δήθεν επιστημόνων επί το πλείστον από πολιτικές και φυλετικές σκοπιμότητες π.Χ. Ρουμάνων, Ιταλών κλπ. Επίσης, συγχαίρω τον κ. πρόεδρον της Κοινότητας Νεοχωρίου ως και το Κοινοτικόν Συμβούλιον αυτής δια το χρησιμώτατον περιοδικόν «Νιοχώρι», ευχόμενος η έκδοσίς του να είναι παντοτινή και να εύρη μιμητάς και από άλλες κοινότητες.
Με τιμή και συμπατριωτική αγάπη
Κωνσταντίνος Ν. Κουτσομπίνας»

Χρήστος Ευαγγελάτος: «Δεν είστε Καραγκούνηδες, αλλά Ελληνόβλαχοι»!

Από ένα άρθρο μου δημοσιεύθηκε πρόσφατα (στις 26 Ιουλίου 2012) στη φιλόξενη εφημερίδα «Αιχμή» Αιτωλοακαρνανίας στο πλαίσιο ενός αφιερώματος στον αείμνηστο δήμαρχο, πολιτικό, συγγραφέα Χρήστο Ευαγγελάτο υπό τον τίτλο: « διδακτική  γνωριμία μου με τον Χρήστο Ευαγγελάτο», αναδημοσιεύω ένα απόσπασμα, από το οποίο προκύπτει ο χαρακτηρισμός των Ριμένων της Ακαρνανίας ως «Καραγκούνηδων» είχε γενικευθεί στην περιοχή από τους άλλους κατοίκους εκτός από τους Ελληνόβλαχους οι οποίοι αυτοποκαλούνταν μόνον ως «Ριμένοι».
Θέλω, δηλαδή, υπογραμμίσω με την αναδημοσίευση αυτή ότι θύμα αυτής «παρεξήγησης» είχα πέσει και ο ίδιος πριν από … πενήντα χρόνια. Τα «μάτια μου άνοιξε» ο αείμνηστος Χρήστο Ευαγγελάτος και από τότε έβαλα ως στόχο την αποκατάσταση αυτής στρεβλής και ανιστόρητης και αντιεπιστημονικής πραγματικότητας. Και ιδού πώς. Αναδημοσιεύω το σχετικό απόσπασμα:
«Τη δεύτερη φορά που συναντήθηκα με τον Χρήστο Ευαγγελάτο ήταν την άνοιξη του 1961. Ήμουνα τότε μαθητής της τελευταίας (έκτης) τάξεως της Παλαμαϊκής Σχολής. Πήγα να πάρω δανεικά ένα βιβλίο. Μόλις με είδε με κάλεσε στο γραφείο του! Είχε μπροστά του την τοπική εφημερίδα «Αιτωλοακαρνανικός και Ευρυτανικός Τύπος» του άξιου δημοσιογράφου Τάκη Σαλμά.  Άνοιξε την εφημερίδα και σταμάτησε σε μια σελίδα όπου δημοσιευόταν σε συνέχειες μία έρευνά μου υπό τον τίτλο «Οι Καραγκούνοι και ο Αλή Πασάς». Μολονότι γνώριζε από τον Τάκη Σαλμά ότι συγγραφέας της έρευνας αυτής είναι ο γράφων, με ρώτησε: «Αυτή η έρευνα είναι δική σας;». Του απάντησε με συστολή και δέος καταφατικά. Τότε τον είδα να χαμογελάει για δεύτερη φορά και μου είπε περίπου τα εξής:
«Διαβλέπω ότι έχετε δημοσιογραφική πένα, δημοσιογραφικό αισθητήριο, δημοσιογραφικές ανησυχίες! Τι σας έκανε και γράψατε την έρευνα αυτή, για την οποία έχω συγχαρεί τον κ. Τάκη Σαλμά για τη δημοσίευσή της, μολονότι είναι ενός μαθητή Γυμνασίου;»
Εξήγησα ότι καθώς πήγαινα στην Παλαιομάνινα το καλοκαίρι μετά το τέλος κάθε σχολικής χρονιάς, συγκέντρωνα τους υπέργηρους του χωριού και, κερνώντας ένα καφέ ή ουζάκι ή δίνοντας μια χούφτα καπνό που έπαιρνα από την καπνοσακούλα του πατέρα μου, προσπαθούσα με τις κατάλληλες ερωτήσεις να μαζεύω ιστορικά και  λαογραφικά στοιχεία για την Παλαιομάνινα. Τα πλούσια αυτά στοιχεία τα ρίχνω σε ένα μεγάλο φάκελο για να τα αξιοποιήσω όταν θα εμπλουτισθούν  και με άλλα και θα έχω  αργότερα χρόνο και επιστημονική τεκμηρίωση. Σε πρώτη φάση και ύστερα από συνεννόηση με τον κ. Σαλμά, έγραψα την έρευνα αυτή».
Εντυπωσιάσθηκε με όλα αυτά, γιατί έθιξα, χωρίς να θέλω, μιαν ευαίσθητη χορδή του: το πάθος για την έρευνα και τη δημοσιογραφία
Με συνεχάρη και, στη συνέχεια, ξεδιπλώνοντας την ευρυμάθειά του μου είπε:
«Κύριε Στεργίου, επιτρέψτε μου να κάνω μια διόρθωση: Οι κάτοικοι της Παλαιομάνινας και των άλλων πέντε χωριών της Ακαρνανίας δεν είναι «Καραγκούνοι», είναι «Ελληνόβλαχοι». Ξέρω ότι έτσι σας αποκαλούν οι ντόπιοι, δηλαδή ως «Καραγκούνηδες», αλλά δεν είναι ορθός ο χαρακτηρισμός αυτός. Όταν θα βρείτε περισσότερο χρόνο αργότερα και μέχρι να τελειώσετε τις σπουδές σας, συγκεντρώστε σχετικά βιβλία ειδικών επιστημόνων και προσπαθήστε να αποκαταστήσετε την πραγματικότητα. Μια άλλη συμβολή μου είναι να μην πέσουν οι Ελληνόβλαχοι αυτοί της Ακαρνανίας θύματα της ρουμανικής προπαγάνδας…»
Έφυγα προβληματισμένος! Ο δήμαρχος Μεσολογγίου, ο οποίος ήταν δημοσιογράφος επί πολλά χρόνια, ήταν βουλευτής, είχε διατελέσει υφυπουργός Συντονισμού, γνώριζε για τους Ελληνόβλαχους της Ακαρνανίας λεπτομέρειες, που δεν γνώριζα, που δεν γνώριζε άλλος κανείς!
Έτσι, από τότε, συγκέντρωνα κι άλλα στοιχεία, έκανα μια πλούσια βιβλιοθήκη και σε όλα τα βιβλία μου που αναφέρονται στην ιστορία, τη λαογραφία και τα έθιμα της Παλαιομάνινας δεν υπάρχει πουθενά η παρεξηγημένη λέξη «Καραγκούνοι», αλλά μόνον «Ελληνόβλαχοι», εξαιτίας της συμβουλής του Ευαγγελάτου. Τα βιβλία αυτά είναι «Η Παλαιομάνινα από τα βάθη των αιώνων έως σήμερα», «Τα βλάχικα έθιμα της Παλαιομάνινας με αρχαιοελληνικές ρίζες» (Εκδόσεις Δ. Παπαδήμα, Αθήνα 2001) και «4.500 μυκηναϊκές , ομηρικές, βυζαντινές και νεοελληνικές λέξεις στον βλάχικο λόγο» (Εκδόσεις Δ. Παπαδήμα, Αθήνα 2007).

Στα τοπωνύμια της Παλαιομάνινας δεν υπάρχει ούτε μια αλβανική ονομασία!
Από τα εκατό περίπου τοπωνύμια της Παλαιομάνινας, που έχω καταγράψει, κανένα δεν έχει τούρκικη ή σλάβικη ή αλβανική ονομασία. Όλα σχεδόν είναι στα βλάχικα και πήραν την ονομασία τους από ξωκλήσια, αρχαιολογικά μνημεία, ιδιοκτήτες των αντίστοιχων περιοχών, από ζώα (πρόβατα, βόδια, γαϊδούρια), κλέφτες και γεωγραφικό ανάγλυφο. Όλα αυτά σημαίνουν ότι η περιοχή αυτή της Ακαρνανίας κατοικούνταν και πριν από την εγκατάστασή των Ριμένων στα σημερινά χωριά τους αποκλειστικά και μόνο από τους ίδιους Έλληνες βλαχοποιμένες. Υπάρχει ένα μόνο τοπωνύμιο στη σλάβικη γλώσσα («λούτσα»), αλλά κι αυτή προ πολλού είχε και έχει ενταχθεί στο ελληνικό λεξιλόγιο.
Δεν υπάρχει αλβανική ή … καραγκούνικη λέξη
 στον ριμένικο λόγο της Παλαιομάνινας 

Όπως αναφέρω στο βιβλίο μου «4.500 μυκηναϊκές, ομηρικές, βυζαντινές και νεοελληνικές στον βλάχικο λόγο», δεν υπάρχει στο ριμένικο λεξιλόγιο της Παλαιομάνινας ούτε μία αλβανική ή … καραγκούνικη λέξη. Όλες είναι αρχαιοελληνικές και νεοελληνικές. Αντίθετα, υπάρχουν μερικές σαρακατσάνικες, οι οποίες όμως είναι αρχαιοελληνικές, δηλαδή έχουν κοινή ρίζα!!!».
Σε επίρρωση όλων αυτών, κλείνω το σημείωμα αυτό με τη δημοσίευση του πίνακα που ανέφερα στην αρχή και που δίνει ένα ηχηρότατο ράπισμα σε ανιστόρητους και σε πλάνες:

Ιδού και ο πίνακας  με το ηχηρό ράπισμα σε ανιστόρητους



Ελληνικές λέξεις
Βλάχικες λέξεις
Καραγκούνικες
Παρατηρήσεις στον βλάχικο λόγο


Άγουρο
Άγουρου – Νου έστι φάπτου-τσένι
Αγίνουτο
Μετάφραση: Δεν είναι γινωμένο - κρατάει


Νιώθω
Ακικασέσκου
Αγροικάω
Από την αρχαιοελληνική λέξη: «απεικάζω»


Μακριά
Ντιπάρτε ή ντιναπάρτε
Αλάργα
 Λατινική


Φορεσιά
Φορεσιάου
Αλλαξιά



Σπρώχνω
Πίνγκου
Αμπόχω
 Λατινικά: inpingo







Ανέβηκα
Μοι αλινάει
Ανέφκα
 Μι ή μοι= ελληνική προσωπική αντωνυμία (εγώ)


Ζαλίστηκα
Βίνι μίντια αβίγκαρα
Αντραλίσκα
Μετάφραση: Ήρθε το μυαλό γύρω – γύρω (Μίντια: Ομηρική λέξη «μέδομαι» με το παράγωγο ελληνοβλάχικο «μεντούα» = μυαλό, μνήμη)


Άκουσα
Αυντάου ή αβντάου
Άξα
 Ομηρική λέξη «αυδή» = φωνή και το ομηρικό ρήμα «αύδω» - ακούω (Ιλιάς Σ 419, Ζ, 54 λαο Οδύσσεια ν, 199)


Επάνω
΄Πι
Απαναθιό
Αρχαιοελληνικό= Επί


Τουαλέτα
Πόπατου
Απόπατος
                


Κουράστηκα
Μι κουρμάει
Απόστασα
 Από την ελληνική λέξη «κορμός»


Συνέχεια
Νεπόϊ
Αράδα
 Πάλι, επανάληψη


Ξέχασα
Αγκρουσιάου
Αστόισα



Βεράντα
Βιράντα
Αστρέχα
Ελληνική, καθώς δεν είχαν τότε οι Ελληνόβλαχοι … βεράντες


Αυξάνω
Αυντάπσιου ή αυγατσέσκου
Αυγαταίνω
 Από το ρήμα «αυγαταίνω»


Εδώ
Αώ
Αυτούια



Γιαγιά
Μάϊα - Βάβω
Βαβά, μανιά
 «Βάβω» λεγόταν  η τροφός της θεάς Δήμητρας, ενώ «μαια» αποκαλεί τη γιαγιά του Ευρύκλεια  ο Τηλέμαχος (Οδύσσεια τ’  16


Ο τόπος που κρατάει νερό
 Όκου τσι τσένι άπε
Βαρκό
Μετάφραση: Τόπος που κρατάει νερό, ενώ ίσβουρου = εκεί που βγαίνει (αναβλύζει)  το νερό πηγή). Όκου= μυκηναϊκή λέξη = woko = οίκος, τόπος



Ξύλινο δοχείο
Βουτσέλα
Βεδούρα



Μάλλινο σκέπασμα
Τσέργκα
Βιλέτζα



Περιουσία
Βιό
Βιός



Κατσίκι ενός χρόνου
Αίντου ντι ούνου αν
Βιτούλα
 Μετάφραση: Αίτζου ή αίντjου ή αίντου ενός έτους. Στη μυκηναϊκή απατντά η λέξη «aiza» =αίζα-αίγα, αιγοειδής. Υπάρχει και το επίθετο «αίζος» =αίγιος και «αιγεος» που απαντά και στον Όμηρο με τους τους τύπους «αίγειος» και «αίγεος» (Ιλιάς Λ 639 και Γ, 247 κλπ)


Βέργα
Σιούφρα (κόντα)
Βίτσα



Θόρυβος
Φασαρίε
Βουή



Κοπριά ζώων
Κουπρία  ντι πλιάσκε
Βουνιά



Φέρτα κατά δω
Αντούλι ντιγκιός, αώ
Βούρτα κατά δω



Το σχοινί για το δέσιμο του βρακιού
Προυκουζώνα ή (βρακουζώνα)
Βρακουζώνα



Κοφίνι
Κουφίνα ή κιφίνα ή κινίστρα
Γαλίκι
Η αρχαία ελληνική λέξη «κόφινος» (κοφίνι». Οι ρίζες της λέξης εκτείνονται στην μυκηναϊκή εποχή (σε πινακίδες της Πύλου): kopina. Επίσης, κινίστρα είναι η ελληική λέξη «κάνιστρον»


Αγελάδα
Βάκα
Γελάδι
 Στη μυκηναϊκή γλώσσα υπάρχει η λέξη «wekata» για την αγελάδα.


Γεμίζω
Ούμπλου
Γιμόζω
 Από την ελληνική λέξη «έμπλεως) =πλήρης, γεμάτος


Μεσημέρι
Πρέντζου
Γιόμα



Τυφλός
Όρμπου
Γκαβός



Τσίγκινο δοχείο
Πάφιλου ντι τζιγκ
Γκαζιά


Περπάτα
Ίμνε
Γκιζέρα



Μεταλλικό δοχείο
Πάφιου
Γκιούμι
 Ο τενεκές. Από το ρήμα «παφλάω» = κάνω κρότο. Ο τενεκές παράγει κρότο με την κάθε κίνηση!


Πνίγηκα
Μι νεκάει
Γκουρλώθκα
 Η λέξη είναι καθαρά ομηρική: νέκυς – νέκυος-νεκρός. Σημειώνεται η ραψωδία λ της Οδύσσειας λέγεται «Νέκυια»= κάθοδος στον άδη μέσω υγρού στοιχείου!







Μεγάλος
Μάρε
Γκουτζιάμ



Γαϊδούρα
Γουμάρε
Γουμάρα
 Από την ελληνική λέξη «γόμος» =φορτίο


Δάχτυλο
Τζέτζετου
Δάχλου



Χαιρετίσματα
Ντέλιου χαιρετίσματε
Δέουντα
Μετάφραση: Δώσε χαιρετίσματα


Μεγάλος δρόμος
Κάλια Μάρε
Δημοσιά



Ζητιάνος
Τζαραντόνι
Διακονιάρς



Δίδυμα
Μπινιάτς
Διπλάρκα



Παρατηρητήριο στημένο πάνω σε δέντρο
Μι αλινάι ΄πι  βουντάρου σι μουτράμ
Δραγασιά
 Μετάφραση: Ανέβηκα πάνω στη βελανιδιά και κοίταζα


Βήμα
Λάτσου
Δρασκίλι
 Η λέξη είναι ομηρική «λαξ». «Λαξ ποδί κινήσας» =σκουντώντας με το πόδι. (Ιλιάς Κ 158 και ) 45. Από τη λέξη αυτή παράγεται και το ρήμα «λάκισε» που νομίζουμε ότι είναι … λαϊκή!!!


Απόσταση όσο ανοίγουν τα δύο σκέλη
Λάτσου
Δρασκλιά



Περιουσία
Βιό
Έχος



Ζώα
Πλιάσκε
Ζα



Ιδιότροπος
Ιδιότροπου
Ζαβός



Άγριο ζώο
Ζουλάπι
Ζαγάρι



Κουνάω
Λεαγκινέσκου
Ζαγκανάω
 Από τη λέξη «λίκνον». Από τη λέξη αυτή παράγεται και η «λίγκινα» - κούνια (σαρμανίτσα)!


Παίρνω κάτι ξένο
Λιάου
Ζαπώνω
 Το ρήμα είναι ομηρικό: Λαfω-λάω= κρατώ, παίρνω. Από τη λέξη αυτή παράγεται και η λέξη «λεία» (Οδύσσεια τα, 228)


Αριστερό
Στέγκα
Ζερβί



Άγριο ζώο
Ζουλάπι
Ζλάπι



Σπρώχνεις
Μι πίντζι
Ζμπας



Κρυφά
Ασκουπτιουά
Ζούλα



Πυρετός
 Χιάβρα
Θέρμη
Χιάβρε = το κρύωμα


Θεϊκό
Ντι ντουμιτζέου
Θιουτκό
 Μετάφραση: από το θεό


Ζέστη
Κουρόρε
Κάμα



Εξωτερική τουαλέτα
Ν΄αφόρε (έξω, ύπαιθρος)
Καμπινές
Από την ελληνική πρόθεση «εν» και «φόρα». Όλα στη φόρα, όπως λέμε!


Πουκάμισο
Κιμιάσε
Κάμσο



Κοτέτσι
Κουσέρου
Κάσκας



Κάτω
Πάντε
Καταί
 Από την ελληνική λέξη «πέδος».


Κατέβηκα
Ντουπουνάει
Κατέφκα



Πόνος
Ντόρου
Κιντέρι
Η λέξη κυριαρχεί ως εξής στον ελληνοβλάχικο λόγο: «Μι ντόρει κάπου» = με πονάει το κεφάλι.
 Επίσης:
Μι λιόου ντόρου = με πήρε ο πόνος (για συγγενή)


Φοβήθηκα
Μ΄ φρικάει ή Μ΄ασπεράει
Κιούτιψα
Το ρήμα έχει ομηρική ρίζα: «οίη δε Ζεφύροιο εχεύσατο πόντο επί φριξ»= Ο Ζέφυρος όταν σηκώνεται  απλώνεται φρίκη στο πέλαγος (Ιλιάς Η 63). Αλλά,  και το ρήμα  «ασπεράει» είναι ελληνικό. Πρόκειται για το «ασπαίρω», Ασπάρισμα=φόβος


Κάνω γύρω γύρω
Αβίγκαρε
Κλώθω



Ξεκινάτε
Νκισίτς
Κνάτε
Από το ρήμα εγκινώ


Εργαλείο που κόβανε τα χόρτα.
Κουσιάα
Κοσιά



Αστράγαλος
Νόντου
Κότσι


Καρύδι
Νούκα
Κουκόσια



Πουλόβερ
Πουλόβερ / ζιλέου
Κουλόβιο



Μεγάλα σταφύλια
Αούε Μάρε -ράπανου
Κουπανάρια



Ψωμί
Πένια
Κουραμάνα
 Από την ομηρική λέξη «πένομαι» (κατά συνεκδοχήν)


Κατρακύλησα
Μι αριπιντίει ή Μι ρουκουτίει =ξάπλωσα
Κουρδοκύλτσα
Το ρήμα παράγεται από το ομηρικό «ρέπω»  =κλίνω (Ιλιάς Θ 72)


Κάθισμα στα γόνατα
‘ πι τζενούκλιε
Κούρκουμπα
Μετάφραση: Επί των γονάτων. «΄Πι» = επί. Τζενούκλιε = !Γόνυ



Σκόνη
 Σκόνια
Κουρνιαχτός
Τρέχεις
Τρετς 
Κουσεύς

Τρέχω
Τρέκου
Κουσιέβω

Ελάττωμα
Σφάλμα
Κουσούρι

Μιλάω
Γκρέσκου
Κρένω

Το κουτάλι
Λίγκουρε
Λαβίδα

Μαλώνω
Βιργέσκου
Λαβίζω

Παγούρι, κανάτι
Πιγούρ
Λαήνι
 Από την ομηρική λέξη «πάγουρος» =κάβουρας. Το παγούρι έχει σχήμα κάβουρα
Ανακατεύω
Ουμιντί / μιντέσκου
Λαμανάω

Απότομος
 Απότομου
Λάνταβος




Λιωμένο λίπος γουρουνιού
 Λίπα ή ουσέντζε =ξίγκι
Λίπα
Είναι εκπληκτική η διαπίστωση ότι έτσι απαντάται η λέξη στον Όμηρο: «Αυτάρ επειδή πάντα λοέσσατο και λίπ΄ άλειψεν»= και όταν όλα τα ξέπλυνε και αλείφτηκε με ξίγκι (λάδι). Οδύσσεια ζ  224.
Μαγειρείο
Μεγειριό
Μαϊργιό
Κρυώνω
Αρκουρέτζου
Μαργώνω
Μι γκλετσιάου = πάγωσα
Ποτήρι
Κούπε
Μαστραπάς
 Οι ρίζες εντοπίζονται στη μυκηναϊκή γλώσσα: kupera» =αγγείο κρασιού.
Μασάω
Αρουμίγκου
Ματσαλάω

Τραπεζομάντιλο
Μισάλια
Μισάλι
 Από τη βυζαντινή λέξη «μενσάλιον» ή «μισάλιον» ή «μινσάλιον»!
Συζήτηση
Σμπόρου
μουιαμπέτ

Επισκέπτης
Ξείνου- αίστου- Οάσπετος
Μουσαφίρς
 Ομηρική λέξη «ξείνο»! Αίστου=Η λέξη απαντάται στην Οδύσσεια (ραψωδία  ; 242) και παράγεται από το στεργτικό «α» + ιδείν: «ώχετο ‘αιστος, απυστος»= απήλθε αφανής, άγνωστος. Αρχική λέξη = «αfιστος»!!! Ουάσπετος: Η ομηρική λέξη είναι: «άσπετος»! (Ιλιάς Ρ 332).
Βαρέθηκα
Μι γκρέου = βαριέμαι
Μπαϊλτσα
 Μετάφραση: είμαι βαρύς
Βάτραχος
Χαρχαλιόπα
Μπάκακας
 Πιθανόν από το ρήμα «χαρχαλίζω» = καγχάζω, γελώ
Πηγάδι
Πηγάδια ή πούτσου
Μπγιάδι
 Στην Παλαιομάνινα υπάρχει το τοπωνύμιο «Πουτσίκου», μικρό πηγάδι.
Μπουκιά
Μουσκιτούρα (Από το ρήμα «μούσκου»-δαγκώνω
Μπουκουσιά
 Από το ρήμα «μούκου»
Σπόροι
Σπόρου
Μπουμπόλια
 Ομηρική λέξη  (Ιλιάς Σ 490)
Εργαλείο που έβγαζαν το βούτυρο
Τρουμπουλίτσα
Μπουντουνέλος

Τζάκι
Βάτρα= εστία
Μπουχαρίς

Βλάμης
Σότσου
Μπράτιμος
 Ο Νικολαϊδης υποστηρίζει ότι η λέξη είναι λατινική («socius»), αλλά  είναι … ομηρική. Παράγεται από τη λέξη «α-σσητήρ=α-σοκjητήρ= βοηθός, υπερασπιστής.
Μοσχίδα
Μπόου νίκου
Μσκίδα
 Μικρό βόδι
Αυλάκι για πότισμα
Αυλάκια –αυλάκου 
Νιραγόη

Πλύσου
Ουλάτι
Νιψ

Δωμάτιο
Δουμάτιο ή Οντέου
Νοντάς

Ποτάμι
Ρέου
Ντερές
 Το ρέον. Ομηρική λέξη «ρόος» και «ρέω»
Καθόλου
Τσιβαίτσου = τίποτα
Ντίπ

Έφαγα πολύ
Μουκάει μούλτι =κρεπάει!
Ντιρλίκουσα
 Λέγεται και περιφραστικά: Μοι φέτσιου φόλε»= έγινα σα φουσκωτό ασκί, τουλούμι!!!
Γυμνός
Ντισπουλιάτου
Ξιμπλέτσουτους

Ξεγυμνώθηκα
Τούτι ν΄αφόρε
Ξιμπλητσώθκα

Κρύωσα
Αρετσιά
Ξιρουστάλιασα

Συμβουλή
Ουρμήνεια 
Ορμήνια

Όλα
Τούτι
Ούλα

Ανάποδο
Ανάπουα
Ουρσούζκο

Ανάποδος
Αναπουτζίτου
Ουρσούζκους

Μελιτζάνα
Μανζάνα
Πατλιτζάνα

Εκεί που έτρωγαν τα ζώα
Παχνίε
Παχνί

Κλειδώνω
Κλείντου
Πετρώνω
 Από την ελληνική λέξη «κλειδώνω»
Τρικλοποδιά
Πεντικάια
Πηδήκλουμα
 Από το ρήμα «πεδικλώνω» (αρχαιοελληνική λέξη =πέδος»)
Ξάπλωσα
Μ’ αρουκουτίει
Πλάιασα

Περπάτα
Ίμνε
Πλάλα

Αλογάκι
Κάου νικ
Πλάρα
Πουλάρι = μέντζ
Βράχηκα
Μι ουντάει
Πλατσανίσκα

Πουλί
Πούλιου
Πλι

Πόρτα στην περίφραξη
Ούσια
Πορτοξλιά

Κρυολόγημα
Μπούντα
Πούντα

Προβατίνα
Όϊα
Πρατίνα
 Η ομηρική λέξη είναι «όϊα»!!!
Πιρούνι
Πηρούνα
Πρόκα

Φρούτο
Πόμι
Προκό

Βελέντζα, μάλλινο σκέπασμα
Τσέργκα
Προκόβα

Διώχνω
Αουρέσκου
Προυγκάω

Ζεσταίνω
Γκιλτζέσκου
Πυρώνω

Αυλή
Αμπόρου / πράγκ
Ρούγα

Γύρισέ τα
Τόρνου
Σαλάγατα
 Από το ομηρικό ρήμα «τορνόω»!
Σουσάμι
Σουσάμια ή ασάμια
Σάμι

Προς τα πέρα
Σαπέρα
Σαπέρα

Κανάτα
Κινάτια
Σβάνι

Σιμώνεις
Απροκιάτι
Σγώνς

Πράγματα του σπιτιού.
Ουγρί ντι κάσα
Σέα

Στρώμα
Στρώμα
Σελτές

Αλμυρό
Σεράτε
Σιάλτς
Αμάρε = το πικρό
Προς τα πού
Κετ΄ ακό
Σιαπού

Ζηλεύω
Αρισέσκου
Σκανιάζω

Στεναχωριέμαι
Στενοχωρησέσκου
Σκανιάζω

Ξυπνάω
Μι σκουλάει / μι ντισιπτάι
Σκάρος

Σκάφη
Κιπιστιέρα
Σκαφίδι

Φωνάζει
Γκρέστει
Σκούζει

Φωνές
Μπότζ
Σκούξιμο

Γουρούνα
Πόρκα
Σκρόφα

Αυτή που γυρίζει
Σακακιάρα
Σουκακιάρα

Ρούχα
Στράνια
Στράνια

Σεντόνια, κουβέρτες
Πάϊα = τα προικιά της νύφης
Στρωσίδια
 Η λέξη προφανώς έχει τη ρίζα της  στη μυκηναϊκή γλώσσα! Ακριβώς, για το μάλλινο ρουχισμό στις πινακίδες υπάρχει η λέξη «pawea»…
Μπρούμυτα
Πιτρίντζι
Τα πίστωμα

Νωρίτερα
Μανίντε
Τα πιτόρια

Ρηχή κατσαρόλα
Τάβα
Ταβάς

...


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου